07/01/2015 - "Η δραματική πραγματικότητα" και "Τα ψέματα"
Αθήνα, 07/01/2015
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ
Επειδή αλλιώς ψηφίζει ο καλά πληροφορημένος πολίτης από τον μη πληροφορημένο, όπως αναφέρει στην αρχή του άρθρου του ο Στ. Μάνος, αναδημοσιεύουμε από την «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» της Κυριακής 04/01/2015 το άρθρο με τίτλο «Η δραματική πραγματικότητα», καθώς και το άρθρο του Αλ. Παπαχελά από την ίδια εφημερίδα με τίτλο «Τα ψέματα», για να είστε καλά ενημερωμένοι και να μπορείτε να κρίνετε περισσότερο αντικειμενικά.
Στ. Μάνος - Η δραματική πραγματικότητα
Στις εκλογές το δίλημμα θα είναι μεταξύ του θυμού και του φόβου. Θυμού για την οικονομική πολιτική της Ν.Δ./ΠΑΣΟΚ και φόβου για την οικονομική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι φαντάζομαι προφανές ότι αλλιώς ψηφίζει ο καλά πληροφορημένος πολίτης από τον μη πληροφορημένο. Τον περασμένο Νοέμβριο αναρωτήθηκε ο κ. Παπαχελάς ποιος θα πει επιτέλους την αλήθεια στον κόσμο και ποιος θα πάρει την ευθύνη να εξηγήσει πόσα πρέπει να αλλάξουν για να γίνουμε κανονική χώρα.
Πρόσφατο άρθρο του καθηγητή του Πανεπιστημίου Πειραιώς κ. Θεοδωρόπουλου περιλάμβανε έναν διαφωτιστικό πίνακα για την πραγματικότητα που βιώνουμε. Το 2008, τελευταία χρονιά πριν από την κρίση, το σύνολο των απασχολουμένων στον παραγωγικό τομέα της οικονομίας ήταν 3,74 εκατ. Το 2013 είχαν περιοριστεί κατά 25,5% σε 2,78 εκατ. Οι απασχολούμενοι στον παραγωγικό τομέα είναι σημαντικοί διότι αυτοί συνεισφέρουν τους φόρους και τις εισφορές με τις οποίες πληρώνονται οι δημόσιοι υπάλληλοι και επιδοτούνται τα Ταμεία για να πληρωθούν οι συντάξεις (την περίοδο 2000-2014 τα Ταμεία επιδοτήθηκαν με 200 δισ.). Στην πενταετία της κρίσης ο αριθμός των μη παραγωγικών καταναλωτών που ζουν από τους φόρους και τις εισφορές (δημόσιοι υπάλληλοι και συνταξιούχοι) έμεινε ουσιαστικά στάσιμος. Μειώθηκε ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων αλλά αυξήθηκε γρήγορα ο αριθμός των συνταξιούχων. Το άθροισμα έμεινε περίπου σταθερό.
Η συνέχιση αυτής της πορείας είναι αδιαμφισβητήτως αδιέξοδη. Ολοένα λιγότεροι παραγωγικά απασχολούμενοι επωμίζονται τη δαπάνη για τους συνταξιούχους και τους δημοσίους υπαλλήλους. Επειδή όμως ο αριθμός των μη παραγωγικών καταναλωτών παρέμεινε σταθερός, η δαπάνη για κάθε έναν παραγωγικά απασχολούμενο μεγάλωσε. Με συνέπεια να μειώνεται συνεχώς ο αριθμός των παραγωγικά απασχολουμένων στο μέτρο που δεν αντέχουν την αυξανόμενη δαπάνη. Σπιράλ θανάτου. Αρμέγουμε την αγελάδα μέχρις ότου μας ψοφήσει. Δεν χωρά αμφιβολία ότι έτσι είναι. Τα επίσημα στοιχεία πέντε χρόνων αυτό δείχνουν.
Μελετήστε τον πίνακα και απαντήστε μόνοι σας στα ερωτήματα: Είναι πράξη ευθύνης η αύξηση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων; Η χορήγηση συντάξεων σε πενηντάρηδες ή και νεότερους; (Στα χρόνια της κρίσης προστέθηκαν 234.000 συνταξιούχοι του Δημοσίου με μέση ηλικία 56,7 χρόνια.)
Το 1999 το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης ήταν 122 δισ. ευρώ. Σήμερα, παρά το PSI, είναι 322 δισ. Διακόσια δισ. παραπάνω. Στην ίδια δεκαπενταετία το κράτος επιχορήγησε τα ασφαλιστικά ταμεία με 200 δισ. Ολη η αύξηση του χρέους μπορεί να συνδεθεί με το ασφαλιστικό. Εδώ και αρκετά χρόνια έχω καταθέσει την, κατά τη γνώμη μου, ρηξικέλευθη πρόταση: Εθνική σύνταξη 700 ευρώ μηνιαίως σε όποιον έχει περάσει τα 67 με κατάργηση όλων των εισφορών για σύνταξη. Πρόσθετη σύνταξη με ατομικές συνταξιοδοτικές συμβάσεις. Η κατάργηση όλων των συνταξιοδοτικών εισφορών θα δημιουργήσει ένα τεράστιο αναπτυξιακό σοκ.
Λένε προεκλογικά μερικοί έξυπνοι: «Η λύση είναι να αυξηθεί η απασχόληση!». Σωστά, αλλά για να αυξηθεί, απαιτούνται επενδύσεις ή/και κάτι παρόμοιο με την κατάργηση των εισφορών. Για τις επενδύσεις χρειάζονται λεφτά. Τα λεφτά όμως πηγαίνουν σε εισφορές και φόρους για να πληρώνονται οι μη παραγωγικοί καταναλωτές. Δεν περισσεύουν για επενδύσεις.
Ο πίνακας τα λέει όλα. Για πέντε χρόνια οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. προτίμησαν να μη θίξουν το σπάταλο και αναποτελεσματικό κράτος και να μην αντιμετωπίσουν το ασφαλιστικό, με αποτέλεσμα να συντριβεί το παραγωγικό τμήμα της οικονομίας. Δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ότι η Ν.Δ. θα αλλάξει πολιτική αν κερδίσει τις εκλογές. Ο ΣΥΡΙΖΑ υπόσχεται ότι, όχι μόνο δεν θα θίξει τους μη παραγωγικούς καταναλωτές, αλλά θα τους ενισχύσει. Προσλαμβάνοντας δημοσίους υπαλλήλους, αυξάνοντας μισθούς και συντάξεις, κατοχυρώνοντας πρόωρες συντάξεις. (Ολα αυτά έχουν δυστυχώς μια ακαταμάχητη πολιτική λογική: Οι μη παραγωγικοί καταναλωτές είναι περισσότεροι από τους παραγωγικά απασχολουμένους).
Είτε έτσι είτε αλλιώς, θα πέσουμε στα βράχια. Πιο γρήγορα πάντως με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Τι θα έπρεπε να γίνει; Οσοι ανήκουν στον παραγωγικό τομέα της οικονομίας, να δώσουν έκφραση στον δικαιολογημένο θυμό τους ενώνοντας τις δυνάμεις τους και να ζητήσουν:
1. Την άμεση κατάργηση κάθε περιττής κρατικής δαπάνης.
2. Την κατάργηση των χαριστικών πρόωρων συντάξεων.
3. Την κατάργηση όλων των υπέρ τρίτων φόρων που αφαιρούν πόρους που θα μπορούσαν να επενδυθούν (οι φόροι υπέρ τρίτων -συνολικά όσος ο ΕΝΦΙΑ- είναι στην πλειονότητά τους φόροι που ευνοούν τις συντάξεις προνομιούχων τάξεων).
4. Τη σε βάθος μελέτη του ασφαλιστικού (με προθεσμία 12 μηνών) στα χνάρια της πρότασής μου.
Είναι και πολλά άλλα που μπορούν να γίνουν γρήγορα από μια κυβέρνηση που έχει στόχο την ανάπτυξη και την παραγωγική απασχόληση. Από μια κυβέρνηση που θα βάλει σε δεύτερη προτεραιότητα τα συμφέροντα των «πελατών» της.
Σε όλη την ώς τώρα επιχειρηματολογία δεν μπήκε το ζήτημα της διαπραγμάτευσης για το ύψος του χρέους. Διότι σε σχέση με τη δραματική πραγματικότητα που απεικονίζει ο πίνακας, το χρέος και η βιωσιμότητά του είναι ζήτημα δευτερεύον. Αν αναστρέψουμε πορεία, θα αντιμετωπίσουμε και το χρέος. Η διαπραγμάτευση με τους πιστωτές, για την οποία ομιλούν συνεχώς η Ν.Δ. και ο ΣΥΡΙΖΑ, γίνεται για να μη θιγούν οι μη παραγωγικοί καταναλωτές. Οι πελάτες των κομμάτων. Να μη θιγούν οι μη παραγωγικοί καταναλωτές επιδιώκει η κυβέρνηση. Το ίδιο θέλει και η αντιπολίτευση, αν γίνει κυβέρνηση. Οι επιδιώξεις τους είναι ταυτόσημες. Με την κατάργηση του Μνημονίου, Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ εννοούν, στην πραγματικότητα, την εξαφάνιση του κινδύνου να θιγούν οι μη παραγωγικοί καταναλωτές (οι πελάτες τους). Αν δυσκολεύεστε να το πιστέψετε, κοιτάξτε ξανά με προσοχή τον πίνακα.
Μία διαπραγμάτευση απαιτείται. Με τον εαυτό μας. Για να αποδεχθούμε την πραγματικότητα και να ενεργήσουμε σύμφωνα με αυτή.
* Ο κ. Στέφανος Μάνος είναι πρώην υπουργός.
Αλ. Παπαχελά - Τα ψέματα
Εχουμε συνηθίσει στον κυνισμό και στο ψέμα σε σημείο που τίποτα πλέον δεν μας κάνει εντύπωση. Ακούω διάφορους γύρω μου να σχολιάζουν «έλα μωρέ, ο ΣΥΡΙΖΑ έτσι τα λέει όλα αυτά, δεν πρόκειται να τα κάνει, είμαι απολύτως βέβαιος. Θα κάνει την κωλοτούμπα». Για να είμαστε ειλικρινείς δεν είναι μόνο απλοί πολίτες που τα λένε αυτά. Στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης διαβεβαιώνουν εκπροσώπους της καθεστηκυίας (ο Θεός να την κάνει...) τάξης ότι δεν θα πρέπει να ανησυχούν για όσα υπάρχουν στο πρόγραμμα του κόμματος, γιατί δεν δεσμεύει κανέναν... Το ίδιο βεβαίως συνέβη και με την προηγούμενη αξιωματική αντιπολίτευση και την προπροηγούμενη. Αλλα υπόσχονταν, άλλα έγραφαν στα προγράμματά τους και άλλα έκαναν.
Αυτή είναι μια μεγάλη παθογένεια, μια πραγματική αρρώστια της πολιτικής μας ζωής. Σε μια κανονική χώρα οι πολίτες θα μαύριζαν όποιον τολμάει να υπονοήσει ότι αυτά που λέει δημοσίως κατά την προεκλογική περίοδο είναι στην ουσία καθρεφτάκια για τους ιθαγενείς. Εμείς είμαστε οι ιθαγενείς, για μας είναι τα καθρεφτάκια, όχι για κάποια ειδική ομάδα καθυστερημένων ψηφοφόρων. Και το ανεχθήκαμε στο παρελθόν, το ανεχόμαστε τώρα. Πρόκειται για μια υπέροχη παράδοση λαϊκισμού, που ξεκίνησε με τις «μαγκιές» του Ανδρέα Παπανδρέου. Θυμάστε εκείνες τις βάσεις που έφευγαν για να μείνουν; Αποθεώσαμε τον Ανδρέα ως μαέστρο της πολιτικής, επειδή κορόιδεψε τον λαό υποσχόμενος ότι οι βάσεις θα φύγουν και μετά τον ξανακορόιδεψε γιατί τις κράτησε. Νομιμοποιήσαμε το ψέμα και δεχθήκαμε την υποκρισία σαν μια θεμιτή τεχνική για τους πολιτικούς μας ηγέτες. Αυτή η παράδοση συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας, παρά την κρίση. Οι πολιτικοί λένε παρόλες για το κοινό, αλλά ταυτόχρονα κλείνουν το μάτι στο ψυλλιασμένο, «νοήμον» κοινό υπονοώντας ότι δεν θα κάνουν τίποτα απ’ όλα αυτά.
Το χειρότερο; Οι πολιτικοί μας αποφάσισαν ότι με την ίδια ευκολία που μπορεί να λένε ψέματα σε εμάς μπορούν να το κάνουν και στους έξω, δανειστές και εταίρους. Υπέγραφαν, για παράδειγμα, ένα Μνημόνιο με δεκάδες μεταρρυθμίσεις και δεσμεύονταν να το υλοποιήσουν σε Χ μήνες. Μετά άρχιζαν τα κόλπα, ψηφίζονταν οι σχετικοί νόμοι, αλλά δεν εκδίδονταν οι εγκύκλιοι ή καμιά φορά ακυρωνόταν και ο ίδιος ο νόμος. Οταν έφταναν στο παρά πέντε για να πάρουμε κάποια δόση άρχιζαν τα παραμύθια του κακού μαθητή: «δεν είμαι έτοιμος, δεν έχει την ικανότητα η κρατική μηχανή να ολοκληρώσει όσα υποσχεθήκαμε», κ.λπ., κ.λπ. Οι έξω δεν μπορούσαν να καταλάβουν γιατί υπεύθυνοι πολιτικοί υπέγραψαν μία συμφωνία και δεσμεύθηκαν σε κάτι, εφόσον ήξεραν ότι δεν μπορούσαν να το υλοποιήσουν. Ετσι χάσαμε την αξιοπιστία μας σταδιακά και φτάσαμε στο σημείο να μη θέλει κανείς να ακούσει δικαιολογίες για την αδυναμία τήρησης των υπεσχημένων. Την πλήρωσαν εκείνοι που δεν μπορούσαν να προστατευθούν με νυχτερινές τροπολογίες και πονηρές εγκυκλίους, που μόνο κάποιος πολύ... μπασμένος στα πράγματα καταλαβαίνει σε τι αναφέρονται, οι πολίτες που υπερφορολογήθηκαν σε σημείο εξόντωσης.
Είναι καιρός να ωριμάσουμε εμείς ως πολίτες, και τα μέσα ενημέρωσης. Να πιέζουμε τους πολιτικούς μας για αλήθειες και να μην εξοστρακίζουμε εκείνους που τολμούν να τις εκστομίσουν έγκαιρα. Το κάναμε πολλές φορές στο παρελθόν με τους Γιαννίτσηδες, τους Μάνους, τους Παπαδόπουλους και το πληρώσαμε ακριβά. Αν επιλέξουμε να ακούμε μόνο τη ρητορεία που μας χαϊδεύει τα αυτιά, γνωρίζοντας πόσο ψεύτικη και εφήμερη είναι, η ευθύνη θα είναι και δική μας. Οσο δεν θέλουμε να ακούμε αλήθειες και προσφεύγουμε στην εγνωσμένη πλάνη, γιατί την θεωρούμε βάλσαμο, τόσο θα σκάβουμε τον λάκκο μας.