26/05/2015 - Η λιτότητα δεν είναι επιλογή - Μ. Ξαφά

    Αθήνα, 26/05/2015

    ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

     

       Μετά το χθεσινό εκπληκτικό άρθρο του Χρ. Γιανναρά, το οποίο περιέγραφε τους λόγους οι οποίοι οδήγησαν στην σημερινή τραγική κατάσταση που βιώνουμε, σας αναδημοσιεύουμε πάλι από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής 24/05/2015, το εξαιρετικό άρθρο της Μιράντας Ξαφά με τίτλο «Η λιτότητα δεν είναι επιλογή», το οποίο αναλύει με απλό και κατανοητό τρόπο τι πρέπει να γίνει για να αποφύγουμε τα χειρότερα, δηλαδή την χρεοκοπία.

     

    Η λιτότητα δεν είναι επιλογή - Μιράντα Ψαφά


       Για τις χώρες που έχουν χάσει την πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές, η λιτότητα δεν είναι επιλογή. Είναι αναγκαία συνθήκη για την επιστροφή στη φερεγγυότητα. Η δημοσιονομική πολιτική αποτελεί εργαλείο για να επιτευχθεί η βιωσιμότητα του χρέους, όχι για να αυξηθεί η ζήτηση με δανεικά. Η κυβέρνηση έχει θέσει αντικρουόμενους στόχους: να τερματιστεί η λιτότητα και να διατηρηθεί το πρωτογενές πλεόνασμα που είναι απαραίτητο για να πληρώνεται έστω ένα μέρος των τόκων χωρίς δανεικά. Ελπίζει σε πολιτική συμφωνία χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι χωρίς συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο δεν πρόκειται να συναινέσουν οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης σε εκταμίευση της δόσης. Εχοντας φτάσει σε αδιέξοδο, η κυβέρνηση προσπαθεί να κερδίσει χρόνο υποχρεώνοντας τα όργανα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και άλλους δημόσιους φορείς να μεταφέρουν τα ρευστά τους διαθέσιμα στον λογαριασμό του Δημοσίου στην Τράπεζα της Ελλάδος. Να κερδίσει όμως χρόνο προς τι; Οι πιστωτές δεν πρόκειται να ρίξουν λεφτά σε μία μαύρη τρύπα.
       Η κυβέρνηση λέει ότι δέχεται ένα πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 1%-1,5% του ΑΕΠ, χαμηλότερο του 3% που προέβλεπε το πρόγραμμα, αλλά δεν μοιάζει διατεθειμένη να πάρει τα μέτρα που απαιτούνται για να το πετύχει. Οσο διαρκεί η διαπραγμάτευση, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα παρέχει ρευστότητα στις ελληνικές τράπεζες με το σταγονόμετρο. Σε κάθε αίτημα της κυβέρνησης για στήριξη ρευστότητας, οι Ευρωπαίοι απαντούν ότι πρέπει πρώτα να υπάρξει πρόοδος στην εξειδίκευση των μέτρων που θα καταστήσουν την Ελλάδα ανταγωνιστική και αξιόχρεη. Με τα ταμειακά διαθέσιμα να εξαντλούνται, ο χρόνος τρέχει εναντίον μας. Η κυβέρνηση λέει ότι δεν θα πάρει υφεσιακά μέτρα, αλλά η αναβολή των αποφάσεων και η πλήρης σύγχυση που επικρατεί στο κυβερνητικό επιτελείο έχουν στεγνώσει την οικονομία από ρευστό και έχουν παγώσει τις επενδύσεις. Οσο αναβάλλεται η λήψη μέτρων, τόσο μεγαλώνει το δημοσιονομικό κενό. Οποιο πακέτο τελικά συμφωνηθεί θα είναι πολύ χειρότερο από το e-mail Χαρδούβελη του περασμένου Δεκεμβρίου, ακόμη και αν το πρωτογενές πλεόνασμα είναι χαμηλότερο. Αυτό θα είναι το αποτέλεσμα της «σκληρής διαπραγμάτευσης».

       Οι κόκκινες γραμμές της κυβέρνησης καθιστούν το πρόβλημα δυσεπίλυτο. Η κυβέρνηση προκάλεσε εκλογές στο όνομα μιας νέας συμφωνίας που ήταν ανέφικτη και ελλιπώς προετοιμασμένη, όπως έδειξε το πρόσφατο φιάσκο με τους συντελεστές ΦΠΑ. Στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές η κυβέρνηση αναλώθηκε στο «newspeak», βαφτίζοντας την τρόικα «θεσμούς» και το Μνημόνιο «Συμβόλαιο». Τέσσερις μήνες μετά την εκλογή της, η κυβέρνηση επιμένει στις κόκκινες γραμμές της: όχι περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, όχι μεταρρυθμίσεις στα εργασιακά, όχι ιδιωτικοποιήσεις εκτός από ελάχιστες που έχουν δρομολογηθεί και θα εφαρμοστούν κάποτε με κάποιες τροποποιήσεις. Η δημιουργική ασάφεια θολώνει το περίγραμμα της «έντιμης συμφωνίας». Εχοντας καταναλώσει όλο το απόθεμα καλής θέλησης των εταίρων μέσα σε ελάχιστο χρόνο λόγω αμετροέπειας, ιδεοληψίας και ασχετοσύνης, η κυβέρνηση ανασκαλίζει το παρελθόν με γερμανικές αποζημιώσεις και εξεταστικές επιτροπές, διότι μοιάζει ανίκανη να διαχειριστεί το μέλλον. Με σύνθημα την απαλλαγή από ξένη κηδεμονία, ρίχνει τη χώρα στο έλεος των δανειστών προσβλέποντας σε τρίτο Μνημόνιο.
       Σε αναμονή της συμφωνίας, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ κατεδαφίζει, ως νέοι τζιχαντιστές, ό,τι θετικό κτίστηκε τα τελευταία χρόνια: τη μεταρρύθμιση Διαμαντοπούλου στην ανώτατη παιδεία, την αριστεία στα σχολεία, το πρωτογενές πλεόνασμα, την αξιολόγηση στο Δημόσιο. Επαναπροσλαμβάνει τους απολυμένους του Δημοσίου αντί να χρησιμοποιήσει τα κονδύλια αυτά για προσλήψεις εξειδικευμένου προσωπικού εκεί που πραγματικά χρειάζονται, στα νοσοκομεία και στις εφορίες. Οι πρωτοβουλίες της κυβέρνησης δεν πείθουν ότι έχουν σαν στόχο να μετατρέψουν την Ελλάδα σε μία σύγχρονη, ανταγωνιστική οικονομία, κάθε άλλο. Δεν έχει κάνει ούτε μία πρόταση για τη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος και την προσέλκυση επενδύσεων. Στη γενική συνέλευση του ΣΕΒ τη Δευτέρα ο κ. Τσίπρας τόνισε ότι πέρα από τις εξαγωγές χρειάζεται και τόνωση της εγχώριας ζήτησης, αποφεύγοντας να διευκρινίσει ότι δεν υπάρχει κανείς πρόθυμος να την χρηματοδοτήσει. Επανέλαβε ότι η κυβέρνηση θέλει να εκμεταλλευτεί τον ορυκτό πλούτο της χώρας, ενώ ταυτόχρονα ανακαλεί την άδεια από το χρυσωρυχείο στις Σκουριές. Πώς θα εκμεταλλευτεί τον ορυκτό πλούτο χωρίς ορυχεία; Πώς αφαιρεί μια άδεια που το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει αποφανθεί ότι είναι σύννομη; Αυτό είναι κράτος δικαίου;

       Η επαναπρόσληψη των απολυμένων του Δημοσίου, η επαναλειτουργία της ΕΡΤ, η επάνοδος των αιωνίων φοιτητών, η εκλογή των διευθυντών των σχολείων από τους δασκάλους, στοχεύουν στην ικανοποίηση συνδικαλιστικών αιτημάτων και στη διαιώνιση του πελατειακού κράτους που η κυβέρνηση λέει ότι θέλει να καταλύσει. Αυτά είναι πολύ, πάρα πολύ κακά δείγματα για το πού πάμε. Κάθε μέρα που περνάει μας φέρνει πιο κοντά στην έξοδο από την Ευρωζώνη. Χωρίς εξωτερική χρηματοδότηση πάμε σε άτακτη χρεοκοπία και συναλλαγματικούς ελέγχους. Η Ελλάδα διολισθαίνει σταδιακά στο περιθώριο της Ευρώπης. Η εθνική κυριαρχία δεν θα ανακτηθεί μετονομάζοντας το Μνημόνιο και την τρόικα. Θα ανακτηθεί όταν αποκατασταθεί η δημοσιονομική ισορροπία και η ανταγωνιστικότητα.

       Η μόνη λύση που διαφαίνεται για να αποφύγουμε τη χρεοκοπία είναι μία κρίση που θα αποτελούσε καταλύτη για πολιτικές εξελίξεις. Τέτοιες εξελίξεις θα ήταν ένα δημοψήφισμα, εκλογές, ένας νέος συνασπισμός με κεντρώα κόμματα, ή ένας ανασχηματισμός με έξοδο των ακροαριστερών υπουργών από την κυβέρνηση. Ο καταλύτης θα μπορούσε να είναι μία συμφωνία που θα καταψηφιστεί από τουλάχιστον 12 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ, θέτοντας τέρμα στην κυβερνητική πλειοψηφία. Θα το ρισκάρει ο κ. Τσίπρας ή θα μείνει στην ιστορία σαν ο πρωθυπουργός που οδήγησε την Ελλάδα σε άτακτη χρεοκοπία;
    *Ερευνήτρια του Center for International Governance Innovation (CIGI) και αντιπρόεδρος της ΔΡΑΣΗΣ.

    25/05/2015 - " Ανάκαμψη που θα διαιωνίσει την παρακμή; " - Χρ. Γιανναρά

    Αθήνα, 25/05/2015

    ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ  

     

       Αναδημοσιεύουμε από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής 24/05/2015, το καταπληκτικό άρθρο του Χρ. Γιανναρά με τίτλο « Ανάκαμψη που θα διαιωνίσει την παρακμή; », το οποίο πρέπει να διαβάσετε συνειδητά όλοι μήπως και αλλάξουμε τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς, αφού αποτυπώνεται με ειλικρίνεια και με ακρίβεια η σκληρή και συνάμα τραγική πραγματικότητα της Ελληνικής κοινωνίας, για την οποίαν έχουμε ευθύνη όλοι μας, αναφορικά με την κατάντια την δική μας και της κοινωνίας που ζούμε και κατ’ επέκταση της παρακμής και αποσύνθεσης της πατρίδας μας.

     

    Ανάκαμψη που θα διαιωνίσει την παρακμή; - Χρ. Γιανναρά


       Σαράντα ολόκληρα χρόνια (το λιγότερο) η ελλαδική κοινωνία δεν έχει να πιστέψει σε τίποτε άλλο πέρα από την αύξηση της καταναλωτικής ευχέρειας.

       Κοινωνικούς στόχους δεν πρόβαλε (και δεν είχε) ποτέ καμία κυβέρνηση και κανένα κόμμα. Την «ανάπτυξη» την καταλαβαίνουν όλοι με όρους αποκλειστικά οικονομικούς – ωσάν να είναι άσχετη η δημιουργική πρωτοβουλία και παραγωγικότητα με την κατά κεφαλήν καλλιέργεια, άσχετη η δημιουργία υποδομών με την κοινωνική ευσυνειδησία κρατικών στελεχών και εργοληπτών του Δημοσίου.

       «Πολιτισμός» σήμαινε πάντοτε: επιδοτήσεις «φίλα προσκείμενων» μετριοτήτων και ελισσόμενων στη δημοσιότητα τυχοδιωκτών. Και τα ρέστα, με το σταγονόμετρο, για συντήρηση μνημείων. Η «παιδεία», κοινότοπο και συνεχώς πανομοιότυπο ρητορικό φληνάφημα επαγγελιών, που εξαντλούνται σε ψηφοθηρικές «μεταρρυθμίσεις» του συστήματος εισαγωγής στα πανεπιστήμια, και αυξομειώσεις της προπαγάνδας στα σχολεία για την εμπέδωση του χρησιμοθηρικού αμοραλισμού των σπουδών και για τα «προοδευτικά» πλεονεκτήματα της αρνησιπατρίας.

       Ποιο ήταν (και ποιο είναι) το κοινωνικό όραμα και πρόγραμμα της «Δεξιάς» για την Ελλάδα, τι περισσότερο ή τι διαφορετικό από το κυνηγητό της υλικής ευμάρειας: μια πολιτική ασφυκτικά καθηλωμένη στον πρωτογονισμό του Ιστορικού Υλισμού; Ποιους κοινωνιοκεντρικούς στόχους είχε ο ανδρεϊκός «σοσιαλισμός»; Βάφτισε «αναδιανομή εισοδήματος» την πιο αδιάντροπη αναξιοκρατία: να χρυσοπληρώνεται ο συνδικαλισμένος εκβιαστής κηφήνας και να λιμώττει ο εργατικός και ταλαντούχος. Κατάργησε την αναγνώριση και αξιολόγηση της αριστείας, τις θεσμικές προϋποθέσεις της άμιλλας, ισοπέδωσε τις αξιοκρατικές ιεραρχήσεις στη στελέχωση του κράτους. Προχώρησε στο έγκλημα να αποκόψει τη γλώσσα των Ελλήνων από την ιστορική της γραφή και συνέχεια, συκοφάντησε τη συνείδηση καταγωγής σαν (περίπου φασιστικό) εθνικισμό.

       Στον αδίστακτο αμοραλισμό συνοψίστηκε η «κοινωνική» πρόταση και σκοποθεσία κάθε κόμματος στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης. Παραλλαγές σε αυτόν τον μονόδρομο της καταναλωτικής αποχαύνωσης και παραλυσίας δεν εμφανίστηκαν, όποιος κι αν κυβερνούσε, όποιος κι αν αντιπολιτευόταν, διαφορά δεν υπήρχε, ούτε καν για πρόσχημα. Σαράντα ολόκληρα χρόνια η ελλαδική κοινωνία ζει την ολοκληρωτική επιβολή του μηδενισμού, αυτονόητη την ιστορικο-υλιστική μονοτροπία: Εχει μηδενιστεί κάθε κριτήριο και αποτίμηση ποιότητας, αξιοσύνης, γλωσσικής ευαισθησίας, κάθε αίσθηση κοινωνικής υποχρέωσης, κάθε χαρά κοινωνικής συλλειτουργίας, κάθε εκτίμηση αισθητικών διαβαθμίσεων.

       Εκπροσωπώντας ποιες κοινωνικές ανάγκες να απαιτήσει η κυβέρνηση από τους Ευρωπαίους εταίρους της ρευστότητα για τις ελληνικές Τράπεζες, εξεύρεση λύσης για το χρηματοδοτικό πρόβλημα της χώρας; Μιλάμε με νούμερα για το ποσοστό των ανέργων, για το πλήθος των συμπατριωτών μας που σιτίζονται στα συσσίτια της Εκκλησίας. Αλλά νούμερα αντιπαραθέτουν και οι δανειστές μας, για τις χιλιάδες των Αλβανών που τους φέρνουμε να μαζέψουν κάθε χρόνο το ροδάκινο ή τις ελιές, ενώ εμείς ξελημεριάζουμε αραχτοί στις καφετέριες με τα αγροτικά μας προϊόντα επιδοτούμενα και αφορολόγητα.

       Ξέρουν με αριθμούς οι δανειστές μας ότι στο ακριβό μεροκάματο, που έχει μόχθο (υλοτομία λ.χ.), δουλεύουν μόνο Πολωνοί και Ρουμάνοι, οι Ελληνες ξεμάθαμε, μάς κακοφαίνεται η κούραση. Σαράντα χρόνια τώρα, για τον «προοδευτικό» Ελληνα, «νόμος είναι το δίκιο του εργάτη», και «δίκιο του εργάτη» είναι η «αυτοαξιολόγηση» (!) – να δηλώνει ανεξέλεγκτα πόση σοδειά του να επιδοτηθεί. Μιμείται τις αναρίθμητες στρατιές των διορισμένων με κομματικό σημείωμα στο Δημόσιο, που πληρώνονται για να κάθονται αντιπροσφέροντας την ψήφο τους και τον φανατισμό τους στο κόμμα που τους εξαγόρασε. Τέτοια συμπτώματα έσχατης κοινωνικής παρακμής και σήψης ονοματίζονται, σαράντα χρόνια τώρα, «κοινωνικές κατακτήσεις» και ιερά «δικαιώματα».

       Εχουν μάτια και αυτιά οι δανειστές, ξέρουν ότι η «Αριστερά» στην Ελλάδα υπερασπίζει, με νύχια και με δόντια, το πελατειακό κράτος του πράσινου και γαλάζιου αμοραλισμού. Ξέρουν ποια πλημμύρα υπερπολυτελών Ι.Χ. αυτοκινήτων κυκλοφορεί στους ελλαδικούς δρόμους, ποιος πλούτος συντηρεί τις εξωφρενικές «μπουτίκ» με «σινιέ» προϊόντα στις ελλαδικές πόλεις και κωμοπόλεις, ποιο χρήμα ξοδεύεται κάθε βράδυ στα κατάμεστα χλιδάτα εστιατόρια, νυχτερινά κέντρα και «γραφικά» ταβερνάκια, και γιατί λιμνάζει ολημερίς και ολονυχτίς στις καφετέριες ο δημιουργικός ανθός της ελλαδικής νεολαίας.

       Οι φυσικοί αυτουργοί της εξαθλιωτικής αυτής παρακμής, της πανδημικής ιδιοπάθειας και αποσύνθεσης, είναι οι γνωστοί σπιθαμιαίοι πρωθυπουργοί και κομματάρχες των τελευταίων σαράντα χρόνων. Για να τιμωρήσουν αυτούς τους αμοραλιστές σπιθαμιαίους, μισό εκατομμύριο Ελληνες ψήφισαν και εγκατέστησαν (ανεπανόρθωτα) στη Βουλή τον υπόκοσμο των νεοναζιστών τραμπούκων. Και άλλα δύο εκατομμύρια διακόσιες σαράντα έξι χιλιάδες Ελληνες, από απελπισμό ή για εκδίκηση, ψήφισαν τους αγραβάτωτους ιδεοληπτικούς – την παιδαριώδη επιπολαιότητα ότι θα νικήσουμε τον καρκίνο καταργώντας την άσπρη μπλούζα των γιατρών.

       Πάντως, είτε για φιγούρα «προοδευτικής» ξιπασιάς είτε συνειδητοποιημένα και υπεύθυνα, κάποιοι στη σημερινή κυβέρνηση οφείλουν να αντιληφθούν και να σεβαστούν το βιωματικό περιεχόμενο των λέξεων. Δεν μπορείς να είσαι «αριστερός» (κοινωνιοκεντρικός) και να ξεκινάς με το παζάρι για τα χρωστούμενα. Μια αριστερή πολιτική πρακτική ξεκινάει ελευθερώνοντας όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης από τη χρηστική, ωφελιμιστική εκδοχή της γνώσης, από τους λαϊκίστικους νάρθηκες της ισοπέδωσης και της ευκολίας – ανασταίνει την καλλιέργεια ως αυτοσκοπό. Ξεκινάει αμέσως την αποκατάσταση κράτους Δικαίου: έντιμη ερευνητική διαδικασία για τη δήμευση των περιουσιών όσων καταλήστευσαν το κοινωνικό χρήμα ή βύθισαν την κοινωνία στον εφιάλτη του υπερδανεισμού. Ξεκινάει μια αριστερή (κοινωνιοκεντρική) πολιτική με την αποκατάσταση άτεγκτης αξιοκρατίας, κοινωνικού ελέγχου της ποιότητας, καταξίωσης της αριστείας, έμπρακτης επιβράβευσης της δημιουργικότητας.

       Ναι, υπάρχει προγραμματική απανθρωπία στον τοκογλυφικό οίστρο των δανειστών μας. Δυστυχώς τη δικαιώνει ορθολογικά ο δικός μας ηδονικός βυθισμός στον παρακμιακό πρωτογονισμό. Για πρώτη φορά, ύστερα από κάποιες χιλιάδες χρόνια, η λέξη «ελληνικός» προσάπτει ντροπή.

    12/05/2015 - ¨Η αποδοχή του ΣΥΡΙΖΑ¨ και ¨Αν γίνει η στρόφη να στηριχθεί...¨

    Αθήνα, 12/05/2015

    ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ

     

       Αναδημοσιεύουμε από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής 10/05/2015, 2 άρθρα-γνώμες, το ένα του Παν. Βουρλούμη με τίτλο «Η αποδοχή του ΣΥΡΙΖΑ» και το άλλο του Άγγ. Στάγκου με τίτλο «Αν γίνει η στροφή να στηριχθεί…», μέσω των οποίων θα αξιολογήσετε καλύτερα την τρέχουσα κατάσταση.

     

    Η αποδοχή του ΣΥΡΙΖΑ - του Παν. Βουρλούμη


       Απορούν ορισμένοι για το πώς, έπειτα από τρεις μήνες αποτυχιών, ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να έχει υψηλά ποσοστά αποδοχής στις δημοσκοπήσεις. Η εξήγηση είναι απλή. Κατά τη μεταπολίτευση, τα παραδοσιακά κόμματα δημιούργησαν μια πολυάριθμη πελατεία χρησιμοποιώντας τον έλεγχο του κράτους για να διορίζουν, συνταξιοδοτούν πρόωρα κ.λπ. Η διαδικασία χρηματοδοτήθηκε κυρίως με δανεικά και συνέβαλε αποφασιστικά στην τωρινή κρίση. Τα δύο κόμματα, ιδίως το ΠΑΣΟΚ, έχασαν την πελατεία τους γιατί βρέθηκαν σε αδυναμία να συνεχίσουν να την τροφοδοτούν. Οχι μόνον αυτό, αλλά η πελατεία άρχισε να φοβάται τα παραδοσιακά κόμματα όταν κατάλαβε ότι τα κεκτημένα της κινδύνευαν από μια καθυστερημένη κρίση συνειδήσεως. Ετσι βρήκε ευκαιρία ο ΣΥΡΙΖΑ να αρπάξει την πελατεία, τάζοντάς της προστασία. Προς το παρόν, την παρέχει απομυζώντας τους πόρους της χώρας και αποστερώντας βασικές λειτουργίες, που όμως δεν είναι υψηλά στην πολιτική του ατζέντα.

       Ας δούμε μερικούς αριθμούς. Το τέλος του 2013 υπήρχαν στην Ελλάδα 710.000 εργαζόμενοι στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και 2.654.000 συνταξιούχοι, σύνολο περίπου 3,4 εκατομμύρια σε πληθυσμό 11 εκατομμυρίων, το 1/3 περίπου του συνόλου. Πρέπει να είναι ελάχιστα τα σπιτικά που ένα τουλάχιστον μέλος τους δεν ανήκει στην παραπάνω κατηγορία των κρατικών υπαλλήλων ή και συνταξιούχων. Εκείνοι φέρνουν τακτικά ψωμί στο σπίτι, έστω και λίγο στις περισσότερες περιπτώσεις. Η σημασία του τακτικού εσόδου αυξάνεται αν λογιστούμε ότι σε πάρα πολλές οικογένειες υπάρχουν άνεργοι, συχνά μεσήλικες. Ενας ολόκληρος κόσμος, άσχετα από ιδεολογική τοποθέτηση, είναι γαντζωμένος στην ελπίδα που πουλάει ο ΣΥΡΙΖΑ.

       Η παρούσα φάση δεν θα κρατήσει βέβαια πολύ γιατί είτε τα λεφτά θα τελειώσουν παντελώς είτε αυτά που θα μας δώσουν θα έρθουν με όρους που θα θίξουν ένα σημαντικό ποσοστό εκείνων που το εισόδημά τους εξαρτάται σε κάποιο βαθμό από τον προϋπολογισμό. Τότε θα δημιουργηθούν συνθήκες μαζικής μετατόπισης των ψηφοφόρων, αλλά προς τα πού; Η εικόνα που παρουσιάζουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης είναι αναιμική. Ενώ περιλαμβάνουν ευπρεπή και έμπειρα στελέχη και λένε σωστά πράγματα, τους λείπει το σφρίγος και η συνοχή. Αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ, αποδεδειγμένης ανικανότητας, ο πιο ήπιος χαρακτηρισμός που μπορώ να χρησιμοποιήσω, καταφέρνει να ελκύει. Και δεν αποκλείεται, και μετά από κάποια κωλοτούμπα, πάλι να κρατήσει τον κόσμο του ελλείψει σοβαρού ανταγωνισμού. Επείγει οι ειλικρινά φιλοευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις να παραμερίσουν τις διαφορές τους, να συμφωνήσουν σε μια καλή ηγεσία και να παρουσιάσουν στον λαό μια εναλλακτική λύση.

     

    Αν γίνει η στροφή να στηριχθεί… - Άγγ. Στάγκου

     

       Οταν ο Αλ. Τσίπρας ανέλαβε την εξουσία στις 25 Ιανουαρίου, αρκετοί από εκείνους που δεν τον είχαν ψηφίσει, έδειξαν πρόθυμοι να τον στηρίξουν μαζί με την κυβέρνησή του. Το γενικό σκεπτικό ήταν ότι επρόκειτο για έναν νέο και άφθαρτο πολιτικό με μία κυβέρνηση που την αποτελούσαν πρόσωπα τα οποία δεν είχαν ξανακυβερνήσει, οπότε καλό ήταν να δοκιμαστούν μήπως και προέκυπτε κάτι θετικό, αφού μάλιστα οι προηγούμενοι δεν είχαν καλές επιδόσεις στη διόρθωση των κακώς κειμένων. Ενας δεύτερος λόγος επίσης ήταν η κρυφή ελπίδα ότι η σκληρή διαπραγμάτευση με τους δανειστές θα έφτανε σε κάποιο αποτέλεσμα ανακουφιστικό από τα δεινά που ταλαιπωρούσαν τους πολίτες από τότε που ξέσπασε η κρίση, ενώ οι περισσότερο σκεπτόμενοι είχαν παράλληλα τον φόβο ότι η χώρα θα έμπαινε σε φοβερές πολιτικές περιπέτειες στο εσωτερικό, αν αποτύγχανε και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.

       Τρεις μήνες μετά είναι πια γεγονός αναμφισβήτητο ότι η κυβέρνηση έβαλε τη χώρα σε απερίγραπτες οικονομικές περιπέτειες και ταυτόχρονα αποδείχθηκε ότι σε όλους σχεδόν τους τομείς εμφορείται από οπισθοδρομικές αντιλήψεις, κρίνοντας επιεικώς τα μέχρι σήμερα πεπραγμένα της, αλλά και τις διαθέσεις της. Οσο για τις ικανότητες των στελεχών της, αυτές αποδεικνύονται από αμφίβολες μέχρι ανύπαρκτες, στο σύνολό τους. Οποιος αμφισβητεί αυτό το συμπέρασμα ας κάνει τον κόπο να εξετάσει λεπτομερώς όσα έχουν πει και όσα συνεχίζουν να λένε και να πράττουν οι διάφοροι υπουργοί, υπουργοί αναπληρωτές, υφυπουργοί και κομματικοί παράγοντες του ΣΥΡΙΖΑ και των Ανεξάρτητων Ελλήνων στη μέχρι τώρα θητεία τους. Χωρίς να ασχοληθεί με τα απερίγραπτα που έλεγαν ως αντιπολίτευση, τα οποία όμως είναι εκείνα που τους έφεραν στην εξουσία και γι’ αυτό ευθύνη έχουν ο σοφός λαός και πολλά ηλεκτρονικά μίντια.

       Ωστόσο, αν ληφθούν στα σοβαρά όσα υποτίθεται ότι διαδραματίζονται τις τελευταίες ημέρες στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές, αχνοφαίνεται μία αχτίδα φωτός, με την έννοια ότι η χώρα πορεύεται προς συμφωνία με τους δανειστές (και αιμοδότες) της. Η αλήθεια είναι ότι οι πληροφορίες μπερδεύονται με σενάρια και αρκετή δόση δημιουργικής ασάφειας, αλλά είναι αρκετά τα στοιχεία που συγκλίνουν στην άποψη ότι η σύναψη κάποιας συμφωνίας δεν είναι μακριά. Κυρίως γιατί η δική μας πλευρά έχει φτάσει στα όριά της, αν δεν τα έχει ξεπεράσει, σε οικονομικό επίπεδο. Και με αυτή την έννοια ακριβώς ο πρωθυπουργός πρέπει να ενθαρρυνθεί να προχωρήσει και όχι να κατηγορείται για τη στροφή που ετοιμάζεται να κάνει προς την πραγματικότητα, αν δεν την έχει κάνει ήδη και απλά διστάζει να την ολοκληρώσει.

        Σε αυτή τη φάση δεν έχει νόημα να ασκείται κριτική στον Αλ. Τσίπρα με συνεχείς υπομνήσεις των όσων αλλοπρόσαλλων και ανέφικτων επαγγελλόταν ή υποσχόταν ώς χθες. Το ζητούμενο ήταν και παραμένει να τα εγκαταλείψει όλα αυτά για να αποσοβηθεί η καταστροφή, και εφόσον υποτίθεται ότι βαδίζει προς αυτή την κατεύθυνση, πρέπει να στηρίζεται τόσο από τις δυνάμεις ευρωπαϊκού προσανατολισμού, όσο και από τα μίντια. Φυσικά, η συμφωνία, αν τελικά φτάσουμε σε αυτήν, θα είναι επώδυνη και σίγουρα πιο επώδυνη από εκείνη που θα υπογραφόταν πριν χαθεί ο πολύτιμος χρόνος από τον Νοέμβριο - Δεκέμβριο ώς σήμερα. Η απώλεια αυτού του χρόνου έφερε την κατάσταση της οικονομίας σε χαμηλότερο επίπεδο και η κριτική σε αυτό το σημείο πρέπει να επικεντρωθεί και όχι στη στροφή (κωλοτούμπα) που φαίνεται να επιχειρεί η ηγεσία της κυβέρνησης. Αν βεβαίως πραγματικά την επιχειρεί και δεν υποδύεται, κάτι που θα διαπιστωθεί κάποια στιγμή, ίσως και με εκλογές που θα αλλάξουν το πολιτικό σκηνικό...

       Επιβάλλεται όμως να ασκείται σκληρή κριτική για πολλές άλλες πρακτικές της κυβέρνησης. Για τις τρομακτικές (κυριολεκτικά) αλλαγές στην παιδεία που επιβραβεύουν τον συνδικαλισμό, την ισοπέδωση και την αναρχία στον χώρο της. Για τη στελέχωση του κρατικού μηχανισμού με συγγενείς, πέραν των κομματικών αμφίβολης ποιότητας που τοποθετούνται σε θέσεις. Για τις σοβιετικού τύπου παθογένειες και τη θαλπωρή που ακόμη προσφέρει σε λεγόμενους αναρχοαυτόνομους, αντιεξουσιαστές και «μπαχαλάκηδες». Για τη συνεχιζόμενη άρνηση της πραγματικότητας από κομματικούς και υπουργούς. Για την προφανή άγνοια και αγνόηση των δεδομένων του διεθνούς περιβάλλοντος. Για την ακατάσχετη αερομπαρουφολογία στην οποία διακρίνονται μεγαλύτεροι και μικρότεροι ηλικιακά αστέρες της. Για την τάση να δημιουργεί θεάματα δίχως ουσία και να αναγάγει τα πάντα σε επικοινωνιακή πολιτική. Και για πολλά άλλα.

    11/05/2015 - "Παριές και πρότυπα" και "Κόκκινες γραμμές και άλλα κουραφέξαλα"

    Αθήνα, 11/05/2015

    ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ

     

       Αναδημοσιεύουμε από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής 10/05/2015, δύο άρθρα, το ένα του Στ. Καλύβα με τίτλο «Παρίες και πρότυπα» και το άλλο του Στ. Μάνου με τίτλο «Κόκκινες γραμμές και άλλα κουραφέξαλα», τα οποία θεωρούμε ότι θα σας είναι χρήσιμα.


    Παρίες και πρότυπα - Στ. Καλύβα


       Πριν από λίγες μέρες συμπληρώθηκαν πέντε χρόνια από τον φόνο τριών ανθρώπων στο κέντρο της Αθήνας. Ποιοι ήταν; Τα σύντομα βιογραφικά τους μας δίνουν ένα πολύ περιορισμένο, αλλά συγχρόνως εντελώς ουσιαστικό, στίγμα. Η 32χρονη Αγγελική Παπαθανασοπούλου, παντρεμένη και έγκυος τεσσάρων μηνών, ήταν πτυχιούχος της Μαθηματικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών με μεταπτυχιακές σπουδές στην Αθήνα και στο City University του Λονδίνου. Η 34χρονη Παρασκευή Ζούλια είχε πτυχίο Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών από το Πάντειο και μεταπτυχιακά στο University of Greenwich, στα Διεθνή Τραπεζικά και Χρηματοοικονομικά. Ο 36χρονος Επαμεινώνδας Τσάκαλης σπούδασε Οργάνωση και Διοίκηση Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και στο Πανεπιστήμιο του Stirling. Νέοι άνθρωποι, με καταγωγή από την επαρχία, σπουδές στην Αθήνα και μεταπτυχιακά στο εξωτερικό, που δεν βρήκαν στρωμένη οικογενειακή δουλειά, δεν έζησαν από τα έτοιμα, δεν έβαλαν μέσο για να μπουν στο Δημόσιο, δεν απέκτησαν πολιτικά προνόμια. Μόχθησαν και σπούδασαν, μέσα και έξω απ’ την Ελλάδα, και έγιναν επιτυχημένοι επαγγελματίες στον τομέα τους. Εκπροσωπούσαν μια ανερχόμενη μεσαία τάξη που συνέδεσε το μέλλον της με τη μόρφωση, την εξωστρέφεια και την αξιοκρατία.

       Τα ονόματά τους δεν είναι ευρύτερα γνωστά, δεν τους τιμά κανείς πέρα από τις οικογένειές τους ούτε γίνονται πορείες προς τιμήν τους – και καλύτερα έτσι, αφού μια πορεία ήταν που έκοψε το νήμα της ζωής τους. Το χειρότερο και πιο άδικο είναι πως δεν αποδόθηκε ποτέ δικαιοσύνη για τον τραγικό χαμό τους. Ακόμη χειρότερα: κανείς δεν δείχνει να ενοχλείται από αυτό. Εκείνοι είναι νεκροί, οι δολοφόνοι τους όμως κυκλοφορούν ελεύθεροι και μάλλον δεν θα λογοδοτήσουν ποτέ. Το αντίθετο: καίνε και εξουσιάζουν το κέντρο της πόλης και τα συνθήματά τους στολίζουν το σημείο όπου διέπραξαν το έγκλημά τους.

       Η αδιαφορία για τη μνήμη τους δεν ξαφνιάζει. Οι άνθρωποι αυτοί εκπροσωπούσαν τις αξίες μιας Ελλάδας που ηττήθηκε. Αντίθετα, την εξουσία, πνευματική και κρατική, κατέχουν οι άνθρωποι εκείνοι που αυτές τις αξίες τις περιφρονούν ανοιχτά και τις καταπατούν καθημερινά.Πρόσφατα, ο Μάρκος Βερέμης, συνιδρυτής μιας από τις πιο επιτυχημένες ελληνικές εταιρείες που παράγει λογισμικό στην Ελλάδα και το εξάγει σε 42 χώρες, περιέγραφε στους Financial Times την απογοήτευσή του για το γεγονός πως άνθρωποι σαν κι αυτόν, δηλαδή νέοι (ο μέσος όρος ηλικίας των εργαζομένων στην επιχείρησή του είναι 29 χρόνων), εξωστρεφείς και με δίψα για δημιουργία και προκοπή, αισθάνονται απολύτως απομονωμένοι σε μια χώρα που αντί να τους επιτρέψει να δημιουργήσουν, ουσιαστικά τους λοιδορεί.

       Οι περισσότεροι Ελληνες που συναντώ εκτός Ελλάδας ανήκουν σ’ αυτήν την κατηγορία των ανθρώπων. Και αυτό είναι φυσιολογικό, αφού για να σταθεί και να προχωρήσει ένας Ελληνας εκεί, πρέπει να μοχθήσει, να δημιουργήσει και να διακριθεί σε έναν παγκόσμιο στίβο όπου η απάτη και η κοροϊδία δεν περνάνε εύκολα, όπου δεν θα σε στηρίξουν η οικογένεια και οι γνωστοί σου, όπου δεν θα σε βοηθήσουν κάποιοι πολιτικοί και όπου η γκρίνια, οι δικαιολογίες, ο εξυπνακισμός και η «προοδευτική» σαχλαμάρα δεν έχουν ιδιαίτερη πέραση.

       Γιατί ηττήθηκε αυτή η Ελλάδα; Αυτό είναι ίσως το πλέον υπαρξιακό ερώτημα για μένα. Σύμφωνα με τον Θοδωρή Γεωργακόπουλο, ηττήθηκε γιατί ουσιαστικά ποτέ δεν υπήρξε. Οι άνθρωποι αυτοί, γράφει, είναι απειροελάχιστοι, μια μηδαμινή μειοψηφία, οι εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Η δημιουργική «άλλη Ελλάδα», προσθέτει, δεν είναι παρά ένας μύθος. Ο κανόνας είναι τα «κομματικά λαμόγια, οι βολεμένοι και οι μίζεροι, οι θρησκόληπτοι, οι κλεπταποδόχοι, οι υποκριτές, οι νεοναζί, τα αλαλάζοντα κεφάλια σε δελτία ειδήσεων διεφθαρμένων καναλαρχών, οι παράνομα παρκαρισμένοι, παράλογα περήφανοι, παραδόπιστοι παράφρονες Ελληνες».

       Δύσκολα διαφωνεί κανείς με τη ζοφερή αυτή απεικόνιση, αλλά παρ’ όλ’ αυτά δεν θα συμφωνήσω μαζί του. Η Αγγελική, η Παρασκευή και ο Επαμεινώνδας μπορεί να μην αποτελούσαν την πλειοψηφία των Ελλήνων, αλλά δεν ήταν μια περιθωριακή μειοψηφία. Η ευημερία στην Ελλάδα πριν από το 2009 μπορεί μεν να ήταν σε μεγάλο βαθμό επίπλαστη, δεν ήταν όμως συνολικά ψευδεπίγραφη. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι δούλεψαν, σπούδασαν, δημιούργησαν• και συνεχίζουν υπό τις χειρότερες οικονομικές και πολιτικές συνθήκες, με αποτελεσματικότητα, με περηφάνεια και με σεμνότητα. Και δεν είναι μόνο οι άνθρωποι που έφυγαν έξω ή εκείνοι που σπούδασαν.

       Η Ελλάδα είναι γεμάτη από ανθρώπους που δουλεύουν ευσυνείδητα, είναι σωστοί επαγγελματίες και κοιτάνε μπροστά: τους συναντώ συχνά στην Αθήνα και αλλού, σε μαγαζιά, σε ταξί, στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, όπως και ο οποιοσδήποτε καλόπιστος άνθρωπος κάνει τον κόπο να ανοίξει λίγο τα μάτια του.Η Ελλάδα δεν θα προκόψει αν δεν αφήσει τους δημιουργικούς της ανθρώπους να πάνε μπροστά, αν δεν τους μετατρέψει από παρίες που είναι τώρα σε πρότυπα για ολόκληρη την κοινωνία. Αν, αντίθετα, εξακολουθήσει να τους περιθωριοποιεί και να τους στοχοποιεί, αναπόφευκτα θα περιθωριοποιηθεί και η ίδια, όσα χρέη και να της χαρίσουν οι ξένοι, όσες διευκολύνσεις και να της παράσχουν.
    * Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Yale.

     

    Κόκκινες γραμμές και άλλα κουραφέξαλα - Στ. Μάνου


       Η ανάπτυξη χρειάζεται επενδύσεις. Ιδιωτικές ή δημόσιες. Πάντως επενδύσεις. Για τις επενδύσεις χρειάζονται λεφτά. Κεφάλαια. Ιδιωτικά ή δημόσια. Λεφτά, όμως, στην Ελλάδα δεν υπάρχουν. Επενδύσεις μπορούν να γίνουν και από ξένους που θα φέρουν τα κεφάλαιά τους στην Ελλάδα.

       Στην πράξη, μια επένδυση σημαίνει τη δέσμευση κεφαλαίων για ένα χρονικό διάστημα, στη διάρκεια του οποίου ο επενδυτής ελπίζει να αυξήσει το κεφάλαιο που αρχικά δέσμευσε.

       Με τα σημερινά ελληνικά δεδομένα, τι πιθανότητες δίνετε να έλθουν κεφάλαια (ιδιωτικά ή δανεικά) στην Ελλάδα και να δεσμευθούν για ένα χρονικό διάστημα; Κατά τη γνώμη μου, καμία. Απολύτως καμία!

       Γιατί; Διότι δεν υπάρχει ίχνος εμπιστοσύνης. Διότι τα ρυθμιστικά δεδομένα (φόροι, δικαιοσύνη, πολεοδομικά, εργατική νομοθεσία κ.λπ.) στα οποία πρέπει να στηριχθεί η δέσμευση κεφαλαίων αλλάζουν συνεχώς και με τελείως απρόβλεπτο τρόπο.

       Η εμπιστοσύνη χάνεται εύκολα και κερδίζεται δύσκολα. Η κυβέρνηση (και σε μεγάλο βαθμό και οι προηγούμενες κυβερνήσεις) δεν φαίνεται να κατανοεί τη σημασία της εμπιστοσύνης και της σταθερότητας του ρυθμιστικού πλαισίου για την προσέλκυση επενδυτικών κεφαλαίων. Στα λόγια η κυβέρνηση επιδιώκει ανάπτυξη και στην πράξη προκαλεί ύφεση.

       Μετά τον εμφύλιο, η Ελλάδα ήταν επενδυτική Σαχάρα. Για να διευκολυνθούν οι μεγάλες επενδύσεις θεσπίστηκε, σε εφαρμογή του Συντάγματος του 1952, το Ν.Δ. 2687/53 για την προστασία των ξένων επενδύσεων. Για τα σημερινά δεδομένα κρίσιμο στοιχείο του 2687/53 ήταν η παγίωση για κάθε επένδυση του φορολογικού καθεστώτος που ίσχυε όταν αυτή εγκρίθηκε. Η αναδρομική φορολογία απαγορευόταν. Αν δίδονταν ευνοϊκότεροι όροι σε άλλη επιχείρηση, αυτοί επεκτείνονταν στην επένδυση στο όνομα της ίσης μεταχείρισης.

       Αν οι «θεσμοί» (τρόικα) ζητούσαν σήμερα την επέκταση του 2687/53 σε όλες τις επενδύσεις (επισημαίνω ότι και η αγορά ακινήτου είναι επένδυση), προεξοφλώ ότι η κυβέρνηση θα θεωρούσε ότι παραβιάζεται μία από τις «κόκκινες γραμμές» της. Οτι θίγεται η εθνική ανεξαρτησία. Οτι ευνοείται το κεφάλαιο. Θα απορούσε η κυβέρνηση με την επιμονή των «θεσμών» για μια μεταρρύθμιση που δεν έχει (στα θολά μάτια της κυβέρνησης) δημοσιονομικές συνέπειες.

       Η κυβέρνηση κινδυνεύει να οδηγήσει σε ναυάγιο τις διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς, αρνούμενη να εξετάσει τα εργασιακά. Τις ομαδικές απολύσεις. Ο αρμόδιος υπουργός δηλώνει και ξανα-δηλώνει ότι δεν καταλαβαίνει γιατί τις ζητούν. Μια και πιστεύει ότι δεν έχουν δημοσιονομικές συνέπειες. Διάφορες τηλεπερσόνες δηλώνουν, με την αυτοπεποίθηση της άγνοιας, ότι οι ομαδικές απολύσεις είναι αποτέλεσμα νεοφιλελεύθερης ιδεοληψίας.

       Τα εργασιακά, όμως, είναι σπουδαία παράμετρος προκειμένου να δεσμευθούν κεφάλαια για ένα χρονικό διάστημα και να δοθεί δουλειά σε συμπατριώτες μας. Ο επενδυτής χρειάζεται την ισχυρή διαβεβαίωση ότι αν οι εξελίξεις δεν δικαιολογήσουν την επένδυσή του, θα έχει την ευελιξία να περιορίσει τη ζημία του.

       Για να γίνουν επενδύσεις δεν πρέπει να υπάρχει περιορισμός στις απολύσεις. Πρέπει όμως και ο εργαζόμενος να αισθάνεται εξασφαλισμένος. Ο ρόλος του κράτους είναι να παρέχει ευελιξία για να γίνονται επενδύσεις, αλλά και εξασφαλίσεις στους εργαζομένους που χάνουν τη δουλειά τους. Τέτοιο σύστημα καθιερώθηκε αρχικά στη Δανία και με παραλλαγές επεκτάθηκε σε άλλες χώρες (Ολλανδία, Αυστρία κ.α.). Ονομάστηκε flexicurity από τον συνδυασμό των λέξεων flexibility και security. Η Ε.Ε. υιοθέτησε τη λογική και προωθεί τη flexicurity (άρα και στην Ελλάδα).

       Η αγορά εργασίας στη Δανία είναι εξαιρετικά ελαστική. Υπάρχει πλήρης ελευθερία στις προσλήψεις και στις απολύσεις, ενώ ο εργαζόμενος δεν παίρνει αποζημίωση όταν απολυθεί. Το ίδιο ισχύει και στον δημόσιο τομέα.

       Αν ο εργαζόμενος χάσει τη θέση του, το κράτος αναλαμβάνει να τον καλύψει. Μετά την απόλυσή του, ο εργαζόμενος παίρνει για τέσσερα χρόνια επίδομα ανεργίας, το ύψος του οποίου εξαρτάται από τον μισθό του. Το επίδομα ανεργίας είναι περίπου το 60%-65% του μισθού (όχι του κατώτατου). Ο άνεργος εξακολουθεί να απολαμβάνει όλες τις κοινωνικές παροχές που είχε ως εργαζόμενος.

       Το κράτος αναλαμβάνει επίσης την επανεκπαίδευση του εργαζομένου που έχασε τη δουλειά του προκειμένου να τον βοηθήσει να βρει δουλειά σε τομείς για τους οποίους υπάρχει ζήτηση. Ετσι δουλεύει ο σοσιαλισμός στη Σκανδιναβία.

       Οι «κόκκινες γραμμές» είναι κουραφέξαλα. Οι περιορισμοί στις απολύσεις δεν περιορίζουν τις απολύσεις. Περιορίζουν τις επενδύσεις και άρα τις προσλήψεις. Δεν προστατεύουν κανέναν, όπως αποδεικνύει το 1,5 εκατ. ανέργων και οι χιλιάδες χρεοκοπίες. Και ενώ τα πραγματικά στοιχεία φωνάζουν, η κυβέρνηση (κολλημένη στις ολοκληρωτικές αντιλήψεις της διατεταγμένης οικονομίας της δεκαετίας του ’50) αδυνατεί να μιμηθεί δημιουργικά όσα επιτυχώς εφαρμόζουν άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Απαγορεύει τις απολύσεις και έτσι νομίζει η κυβέρνηση ότι έλυσε το πρόβλημα της ανεργίας. Είναι το άλλοθι για να μην ασχολείται με την καθιέρωση πολιτικών που θα βοηθήσουν τους απολυμένους να ξαναβρούν αξιοπρεπή δουλειά. Διότι φαίνεται να πιστεύει, κατ’ αναλογίαν με τη βαθυστόχαστη παρατήρηση μιας υπουργού, ότι οι απολυμένοι λιάζονται και αύριο θα εξαφανιστούν.Η κυβέρνηση περικυκλώθηκε από «κόκκινες γραμμές» που θα την πνίξουν, αλλά θα πνίξουν και την Ελλάδα.

       Η κυβέρνηση (των πολλών καθηγητών), κολλημένη στις μαρξιστικές θεωρίες του παρελθόντος, δεν φαίνεται ικανή να σκεφτεί φρέσκες, δημιουργικές και αποτελεσματικές λύσεις. Δεν φαίνεται ικανή να μάθει κάτι καινούργιο.
    ΥΓ.: Τον Νοέμβριο 2007 πρωτοέγραψα στην «Καθημερινή» για Flexicurity.
    * Ο κ. Στέφανος Μάνος είναι πρώην υπουργός.