04/06/2015 - "Μία χώρα στο απόγειο του παραλόγου" και "Παλιές ιστορίες καταστροφών"

    Αθήνα, 04/06/2015

    ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ  

     

       Κλείνουμε τις αναδημοσιεύσεις αυτής της εβδομάδας με δύο άρθρα από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ του Σαββατοκύριακου 30-31/05/2015, το ένα του Ν. Κωνσταντάρα με τίτλο « Μία χώρα στο απόγειο του παραλόγου » και το άλλο του Π. Μανδραβέλη με τίτλο « Παλιές ιστορίες καταστροφών », τα οποία αναδεικνύουν την σύγχυση και τον παραλογισμό μέσα στα οποία ζει η πλειοψηφία του λαού μας και που μπορούν να οδηγήσουν σε τραγικά αποτελέσματα για τη χώρα μας και όλους εμάς που ζούμε μέσα σε αυτήν. Χρειάζεται από όλους σοβαρότητα, λογική και καθαρό μυαλό, κυρίως από αυτούς που κυβερνάνε σήμερα, διαφορετικά ο Θεός ας βάλει το χέρι του.

     

    Μία χώρα στο απόγειο του παραλόγου – Ν. Κωνσταντάρα

     

       Ισως και αυτή την εβδομάδα η κυβέρνηση να αναγκαστεί να δεχθεί μια συμφωνία που θα διχάσει το κυβερνών κόμμα ή θα συνεχίσει να στέκεται ακίνητη σαν λαγός υπνωτισμένος από τα φώτα του φορτηγού. Και στις δύο περιπτώσεις η χώρα θα πάψει να αιωρείται, μετέωρη και παράλυτη, και θα πρέπει να αναμετρηθεί με την πραγματικότητα, με την ανάγκη να κρατήσουμε όσα μπορούμε, με λιγότερα χρήματα. Ολο τον τελευταίο καιρό –πριν από τις εκλογές, αλλά κυρίως μετά– η Ελλάδα γλίστρησε μέσα σε έναν ανύπαρκτο κόσμο, όπου όλα διαστρεβλώνονται, όπου λέξεις δεν συνδέονται με πράξεις, όπου η απραξία προβάλλεται ως δράση και αποφασιστικότητα. Οι τελευταίοι τρεις μήνες ξεχωρίζουν ― είναι το διάστημα στο οποίο δόθηκε σε όλα τα παραμύθια της Μεταπολίτευσης η ελευθερία να εκτυλιχθούν χωρίς φραγμό, και έτσι να δείξουν πού μας οδηγούν.

       Στη λογική, η αδυναμία ενός εσφαλμένου επιχειρήματος μπορεί να αποδειχθεί όταν αυτό αναπτύσσεται σε υπερβολικό βαθμό, ώστε να φαίνεται παράλογο. Σήμερα γινόμαστε μάρτυρες της στιγμής που η φούσκα των ψευδαισθήσεων και διαστρεβλώσεων της δημόσιας ζωής και της οικονομίας είναι πλέον τόσο μεγάλη που ή θα σπάσει ή θα προλάβει να ξεφουσκώσει σταδιακά. Δεν είναι σύμπτωση ότι στο τιμόνι της χώρας βρίσκεται ένα κόμμα το οποίο έδειχνε ότι θα εκπροσωπούσε το 4% περίπου των ψηφοφόρων αλλά ξαφνικά βρέθηκε πάνω σε έναν χείμαρρο που εξέφραζε την ανάγκη πολλών ψηφοφόρων να διατηρήσουν τα παραμύθια με τα οποία ζούσαν για τόσα χρόνια. Μια συλλογική άρνηση της πραγματικότητας έφερε τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, και, την ίδια ώρα, τον εμποδίζει να διαχειριστεί την κατάσταση. Και να ήθελε να αλλάξει τώρα, το κυβερνών κόμμα αδυνατεί ― ούτε ανέπτυξε κάτι άλλο για να προσφέρει στους ψηφοφόρους αλλά ούτε τα ίδια τα στελέχη του μοιάζουν να θέλουν να διαχειριστούν τη μιζέρια της αλήθειας. Γι’ αυτό έχουν έτοιμες δικαιολογίες και καταγγελίες, γι’ αυτό κυβερνητικά στελέχη εκτοξεύουν δηλητήριο με τόση ευκολία εναντίον όσων πιστεύουν ότι δεν συμφωνούν μαζί τους. Οι ευγενικοί διανοούμενοι του περιθωρίου ξαφνικά αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να χρεωθούν τη χρεοκοπία ή να αναγκαστούν να αθετήσουν τις υποσχέσεις τους και γίνονται αγνώριστοι. Ως ξόρκι, επαναλαμβάνουν τις υποσχέσεις τους, καταγγέλλουν τους άλλους, εφαρμόζουν την πολιτική τους σαν να μην υπάρχουν δανειστές ή όρια και περιμένουν κάτι να συμβεί που θα τους βγάλει από τη δύσκολη θέση.

       Στο υπουργείο Παιδείας, παρότι διαφωνούν μεταξύ τους σε αρκετά σημεία, ο υπουργός και ο αναπληρωτής του δείχνουν να απολαμβάνουν με επαναστατικό ζήλο το έργο τους ― χωρίς να ταλαιπωρούνται από τη σκέψη ότι η επιβολή αποτυχημένων πρακτικών και η απομόνωση των παιδιών μας από την Ευρώπη είναι ολέθρια οπισθοδρόμηση. Κυβερνητικά στελέχη επαναπροσλαμβάνουν δημοσίους υπάλληλους και μάχονται υπέρ της συνέχισης των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων σαν η υπόθεση να αφορά μόνο ποιοι είναι οι καλοί (που προσλαμβάνουν, που στηρίζουν όσους θέλουν να συνταξιοδοτούνται νέοι) και ποιοι είναι κακοί ― όσοι επιμένουν ότι χωρίς μεταρρυθμίσεις τα χρήματα δεν φθάνουν για να έχουν όλοι όσα χρειάζονται. Οταν κορυφαία κυβερνητικά στελέχη δηλώνουν ότι μισθοί και συντάξεις θα πληρωθούν και ας μην πληρωθεί η επόμενη δόση στο ΔΝΤ, προσποιούνται ότι αυτό δεν θα σημαίνει ότι τον επόμενο μήνα δεν θα πληρωθούν όχι μόνο το ΔΝΤ οι αλλά και οι μισθοί και συντάξεις. Και εδώ, η άρνηση της πραγματικότητας παρουσιάζεται ως θέση αξιοπρέπειας και όχι ως ζαριά απελπισίας, τη στιγμή που η απραξία τορπιλίζει την οικονομία και, στο τέλος, τα εισοδήματα όλων.

       Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ κέρδισε τις εκλογές λόγω των αποτυχιών των προηγούμενων κυβερνήσεων και του προγράμματος της τρόικας. Εδωσε ελπίδα σε όσους πίστευαν ότι δεν είχαν να χάσουν τίποτα και σε όσους φοβόνταν ότι θα έχαναν ακόμη περισσότερα από τα προνόμιά τους. Τα συμφέροντα αυτών των δύο ομάδων βρίσκονται σε σύγκρουση. Εάν ο Αλέξης Τσίπρας ήθελε πράγματι να είναι χρήσιμος για τον λαό, θα είχε ξεκαθαρίσει πολύ νωρίς τι μπορεί να πετύχει και τι όχι, θα υποχρέωνε τα απαράτσικ και τους ουτοπιστές να επιλέξουν εάν είναι με τους λίγους δικούς τους ή με τους πολλούς. Ολοι συνεχίζουν όπως πριν, σαν οι θέσεις που παλιά είχαν την εμπιστοσύνη του 4% να είναι πιο πολύτιμες από την επιβίωση του συνόλου. Και αντί να βλέπουν ότι οι απόλυτες θέσεις τους διευρύνουν το χάσμα με τους δανειστές, επιμένουν ότι η συμφωνία είναι κοντά, υπονοώντας ότι εάν δεν επιτευχθεί, φταίνε αποκλειστικά «οι άλλοι». Και αυτή η πρακτική, τραβηγμένη στα άκρα, υπό τη δοκιμασία της πραγματικότητας, αποδεικνύει το πόσο άτοπη και άχρηστη είναι.


    Παλιές ιστορίες καταστροφών - Π. Μανδραβέλη

     

      Το βιβλίο του Ολλανδού δημοσιογράφου Χέιρτ Μακ «Τι γίνεται αν η Ευρώπη διαλυθεί;» (εκδ. Μεταίχμιο) ξεκινά με δύο ιστορίες, πολύ διδακτικές για τη σημερινή κατάσταση της Ελλάδας. «Ηταν χειμώνας του 1999», γράφει. «Η πρώην Γιουγκοσλαβία είχε διασπαστεί και βρισκόταν σε πλήρη σύγχυση. Το Νόβι Σαντ, μια ευχάριστη πόλη στις όχθες του Δούναβη, είχε βομβαρδιστεί επανειλημμένως από τους συμμάχους, οι γέφυρες κρέμονταν λυγισμένες και σπασμένες στο ποτάμι. Οι κάτοικοι της πόλης στέκονταν στις χιονισμένες όχθες αποσβολωμένοι, από τον πόλεμο, από τον κατεστραμμένο κόσμο τους, από το αδιανόητο κακό που προξένησαν στον εαυτό τους. Εγώ πήγα εκεί να επισκεφθώ τον γέρο Αλεξάντερ Τίσμα, ένα από τους μεγαλύτερους Γιουγκοσλάβους συγγραφείς... Οταν τον ρώτησα πώς αισθανόταν σε τούτη τη χαμένη χώρα, μου διηγήθηκε μια ιστορία για τον σκύλο του, τον Τζάκι. Μια χειμωνιάτικη μέρα το ζώο το είχε σκάσει, κοντά στον Δούναβη, και με κάποιον τρόπο βρέθηκε σε ένα κομμάτι πάγου που έπλεε στο νερό... Εκείνος έτρεξε στο σημείο, φώναξε ξανά και ξανά τον σκύλο με το όνομά του, αλλά το ζώο έμενε καρφωμένο στο κομμάτι πάγου, σαν μαρμαρωμένο... “Αυτό έχουμε πάθει κι εμείς τώρα”, είπε ο Τίσμα. “Καθόμαστε μαρμαρωμένοι πάνω σε ένα κομμάτι πάγου, δεν ξέρουμε τι να κάνουμε και στο μεταξύ μάς παρασέρνει το ρεύμα”».

       Κάπως έτσι είναι και η Ελλάδα σήμερα. Τα σύννεφα της χρεοκοπίας έχουν μαζευτεί βαριά στον ουρανό ενώ οι πρώτες σταγόνες της καταιγίδας πέφτουν: «Με έγγραφο ο γ.γ. του υπουργείου Παιδείας κ. Δημήτρης Χασάπης ανακοινώνει ότι “το υπουργείο αδυνατεί να καλύψει δαπάνες μετάβασης ή συμμετοχής σε Διεθνείς ή Βαλκανικές Ολυμπιάδες” Μαθηματικών, Πληροφορικής, Ρομποτικής κ.λπ. λόγω περικοπών, συνεπεία της δημοσιονομικής συγκυρίας» (Καθημερινή 27.5.2015). «Με μία “εξαιρετικώς επείγουσα” απόφαση, που δημοσιεύθηκε το απόγευμα της Τρίτης στη Δι@υγεια, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών κ. Δημήτρης Μάρδας μεταφέρει στον κρατικό προϋπολογισμό τα υπόλοιπα 1.193 λογαριασμών που διατηρούν φορείς του Δημοσίου στις εμπορικές τράπεζες και οι οποίοι είτε δεν έχουν καμία κίνηση εδώ και πέντε χρόνια είτε περιέχουν ποσά μικρότερα των 100 ευρώ» (Βήμα 26.5.2015).

       Η χώρα χρεοκοπεί και στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ (που, όπως φαίνεται, θα έχει αποφασιστικό λόγο αν η χώρα ζήσει την ανείπωτη καταστροφή) οι σύντροφοι παίζουν τις αριστερές κουμπάρες. Δεν είναι η πρώτη φορά. Ο Χέιρτ Μακ, ψάχνοντας τα αρχεία των εφημερίδων για την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, έζησε «μια εμπειρία που με άφησε άναυδο• και σ’ αυτή την καλοκαιρινή Βιέννη του 1914 όλα συνέχιζαν κανονικά για αρκετές εβδομάδες. Στα πρωτοσέλιδα κυριαρχούσε το ερώτημα ποιος είχε προσκληθεί στην κηδεία του δολοφονηθέντος διαδόχου και της γυναίκας του, στο χρηματιστήριο άρχισε να επικρατεί μια ράθυμη καλοκαιρινή διάθεση, μονάρχες και σημαντικοί πολιτικοί έφυγαν για διακοπές... Η Βιέννη του τότε ήταν ένας κόσμος βεβαιοτήτων, έγραφε ο Στέφαν Τσβάιχ στα απομνημονεύματά του, ένας κόσμος που έμοιαζε να συνεχίζει επ’ άπειρον και εντούτοις όλα ξαφνικά τέλειωσαν, για πάντα, “μια τραγική συνέπεια μιας εσωτερικής δυναμικής που είχε συσσωρευτεί επί σαράντα χρόνια”».

       Και η βαθιά εμποτισμένη από τον αριστεροντυμένο παραλογισμό Ελλάδα σήμερα είναι μπροστά σε ένα τέλος ως «τραγική συνέπεια μιας εσωτερικής δυναμικής που συσσωρεύτηκε επί σαράντα χρόνια». Η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ είναι σύμπτωμα αυτής της δυναμικής που τροφοδοτείται και τροφοδοτεί τον παραλογισμό ότι «ένας άλλος κόσμος -χωρίς αριστεία, αλλά με πολύ κράτος και περισσότερες συντάξεις στα 50- είναι εφικτός». Αυτός ο παραλογισμός κρατά τη χώρα μαρμαρωμένη, ενώ την παρασέρνει το ρεύμα της χρεοκοπίας.

    03/06/2015 - " Η συμφωνία " και "Αλληλεξάρτηση του δημόσιου χρέους με τις συνταξιοδοτικές δαπάνες "

    Αθήνα, 03/06/2015


    ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

     

       Αναδημοσιεύουμε από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ του Σαββατοκύριακου 30-31/05/2015 το άρθρο του Στ. Μάνου με τίτλο « Η συμφωνία » και το άρθρο του Μπ. Παπαδημητρίου με τίτλο « Αλληλεξάρτηση του δημόσιου χρέους με τις συνταξιοδοτικές δαπάνες », τα οποία αφού αναφέρονται στα λάθη των κομμάτων που κυβέρνησαν την χώρα από το 1981 και μετά, προτείνουν λύσεις οι οποίες μπορεί να μας βγάλουν, έστω και με απώλειες, από το σημερινό αδιέξοδο που μας έχουν φέρει οι άφρονες πολιτικές των προηγούμενων ετών μέχρι και σήμερα, με ευθύνη και των ψηφοφόρων, πολιτικές οι οποίες βασίζονται κατά κύριο λόγο στο πελατειακό κράτος.

     

    Η συμφωνία - Στ. Μάνου

     

      Λένε ότι επίκειται συμφωνία. Η συμφωνία θα περιλαμβάνει προφανώς τη δέσμευση της Ελλάδας για πρωτογενώς πλεονασματικούς προϋπολογισμούς. Ξεκινώντας ενδεχομένως χαμηλά και μεγαλώνοντας σταδιακά. Η δέσμευση είναι σημαντική, διότι υποδηλώνει την πρόθεσή μας να τιμήσουμε τις υποχρεώσεις μας. Οτι δεν θέλουμε πια να ζούμε με δανεικά.

       Για να επιτευχθεί ένα μικρό πρωτογενές πλεόνασμα 1% του ΑΕΠ το 2015 μπορεί (δεν έχω πρόσβαση στα στοιχεία) να σημαίνει ότι πρέπει να ληφθούν μέτρα ύψους 4 δισ. ευρώ ή και παραπάνω. Κάθε μέρα που περνάει χωρίς συμφωνία, αυξάνεται το ύψος των απαιτούμενων μέτρων.

       Ιδεώδες θα ήταν τα 4 δισ. να προκύψουν από τη μείωση των κρατικών δαπανών. Μείωση δαπανών χωρίς έλεος. Και πάντως όχι αύξηση δαπανών. Αρα όχι επαναπροσλήψεις, όχι ΕΡΤ, όχι πολλά δαπανηρά άλλα.

       Πόσο δύσκολο είναι, επιτέλους, να γίνει κατανοητό ότι η δημιουργία πλεονάσματος μπορεί να γίνει είτε με αύξηση των εσόδων είτε με μείωση των δαπανών; Ακούμε μόνο για αύξηση των φόρων. Ούτε λέξη για μείωση δαπανών. Η κυβέρνηση έχει αποκλείσει υφεσιακά μέτρα. Στην οργουελιανή διάλεκτο του κ. Βαρουφάκη, η αύξηση των φόρων ΔΕΝ είναι υφεσιακό μέτρο!

       Μείωση των δαπανών με μείωση των μισθών στο Δημόσιο ή με μείωση του αριθμού των υπαλλήλων. Η μείωση των δαπανών τα τελευταία χρόνια στηρίχτηκε στη μείωση αποδοχών και συντάξεων. Κανείς δεν ζητάει την περαιτέρω μείωσή τους. Η υπερβολική μείωση αποθαρρύνει τους δημοσίους υπαλλήλους και δημιουργεί λάθος κίνητρα. Μη εξυπηρέτηση των πολιτών και διαφθορά . Η μόνη πολιτική που απομένει είναι εκείνη που ποτέ δεν δοκιμάστηκε. Μείωση των δαπανών με την κατάργηση δεκάδων περιττών οργανισμών και υπηρεσιών, και απόλυση του προσωπικού τους.

       Σε άρθρο του στην «Εστία», ο Γιώργος Στεφανάκης θύμισε τι είχε γράψει στο «Βήμα» στις 25.10.87 ο Ανδρ. Παπανδρέου: «Εχουμε περίπου το διπλάσιο προσωπικό εκείνου που απαιτείται για να παράγουμε τις απαιτούμενες δημόσιες υπηρεσίες». Μετά την κυβέρνηση Καραμανλή 2004-2009 πρέπει να ξεπεράσαμε το τριπλάσιο. Υποστηρίζω ότι το κράτος οφείλει να μεριμνήσει προκειμένου οι απολυόμενοι να λαμβάνουν για μια τριετία το 70% του μισθού τους (άρα η εξοικονόμηση την πρώτη τριετία θα είναι το 30% της σχεδιαζόμενης οικονομίας) και οφείλει να αναλάβει την επανεκπαίδευσή τους ώστε να τους βοηθήσει να βρουν δουλειά σε τομείς όπου υπάρχει ζήτηση.

       Η ελληνική κοινωνία έχει εκπαιδευτεί από τους ινστρούχτορες των ραδιοτηλεοπτικών ΜΜΕ να φρίττει στη σκέψη ότι μπορεί να θιγεί η ιερή αγελάδα του δημόσιου τομέα. Και όμως είναι ο μόνος τρόπος για την πραγματοποίηση πρωτογενούς πλεονάσματος χωρίς περαιτέρω επιδείνωση της οικονομίας.

       Τα τελευταία πέντε χρόνια, η οικονομική πολιτική των κυβερνήσεων συνοψιζόταν σε φόρους και πάλι φόρους και σε μείωση συντάξεων και μισθών. Η οικονομία υποχώρησε κατά 25% και ένα εκατ. άνθρωποι έχασαν τη δουλειά τους. Οι προτάσεις της σημερινής κυβέρνησης φαίνεται να περιορίζονται σε σημαντική αύξηση των φόρων. Θα προκαλέσουν τα ίδια αποτελέσματα. Περισσότερη ύφεση και περισσότερη ανεργία.

       Η απόλυση δημοσίου υπαλλήλου προϋποθέτει υπουργική απόφαση που καταργεί τη θέση που κατέχει ο υπάλληλος. Το πολιτικό μας σύστημα δεν εκτρέφει υπουργούς ικανούς να πάρουν τέτοια απόφαση. Οι υπουργοί είναι όμως ικανοί να επιβάλλουν εξοντωτικούς φόρους προκειμένου να μας διαβεβαιώνουν ότι «οι μισθοί του Δημοσίου είναι εγγυημένοι». Οι φόροι οδηγούν σε συρρίκνωση των οικονομικών δραστηριοτήτων και σε απολύσεις στον ιδιωτικό τομέα. Για τον υπουργό, είναι πιο εύκολο να προκαλέσει –διά των φόρων– την απόλυση εκατό εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα από το να αποφασίσει μία απόλυση στο Δημόσιο. Την άδικη και απαράδεκτη συμπεριφορά των υπουργών παρακολουθεί απαθής η ελληνική κοινωνία, που έχει μάθει από τους ινστρούχτορες των ΜΜΕ να μη σκέπτεται.

       Στην Ε.Ε., η Ελλάδα ξοδεύει για συντάξεις –ως ποσοστό του ΑΕΠ– περισσότερα από οποιαδήποτε άλλη χώρα. Στα χάλια που έχει η οικονομία, είναι λογικό να χρειάζεται εξέταση προκειμένου να διαπιστωθεί πώς μπορεί να περιοριστεί η δαπάνη. Οπως είναι συνηθισμένο στον τόπο μας, οι βρωμιές κρύβονται μέσα σε ατέλειωτες λεπτομερειακές ρυθμίσεις, σε αφόρητη πολυνομία, σε έλλειψη στοιχείων αλλά και διαφάνειας.

      Τρεις παρατηρήσεις: α. Είναι άδικο να κόβονται οι συντάξεις 80άρηδων για να πληρωθούν πρόωρες συντάξεις 50άρηδων. Θα πρέπει αμέσως να θεσπιστεί ότι η ελάχιστη σύνταξη δίνεται μόνο μετά τα 65 (67). Οι προώρως συνταξιοδοτούμενοι να μη δικαιούνται την ελάχιστη σύνταξη. Πρέπει επίσης να απαλειφθούν και όσες διατάξεις ευνοούν την πρόωρη σύνταξη. β. Δεκάδες φόροι (υπέρ τρίτων) επιβάλλονται στην κοινωνία για να παίρνουν ευνοϊκότερη σύνταξη από ό,τι τους αναλογεί διάφορες προνομιούχες ομάδες (δημοσιογράφοι, δικηγόροι κ.ά.). Ολοι οι υπέρ τρίτων φόροι πρέπει να καταργηθούν. γ. Τα ταμεία επικουρικής σύνταξης θα έπρεπε να συγχωνευτούν με τα ταμεία κύριας σύνταξης. Μέτρο απλοποίησης και διαφάνειας.

       Η Ελλάδα χρειάζεται παραγωγή και εξαγωγές. Χρειάζεται επενδύσεις. Ο,τι διευκολύνει την παραγωγή και τις εξαγωγές είναι καλό. Ο,τι τις εμποδίζει, κακό. Αυτό πρέπει να διαχυθεί σε όλη τη συμφωνία, εάν η χώρα θέλει να ελπίζει σε ανάκαμψη. Δύσκολο, μια και κάτι τέτοιο προϋποθέτει την αποκήρυξη του κρατισμού που χρησιμοποιήθηκε από όλες τις κυβερνήσεις (από τον ΣΥΡΙΖΑ υπερθετικά) ως εργαλείο διατήρησης της εξουσίας. Ο κρατισμός εκτρέφει τα πολυπληθή κρατικοδίαιτα παράσιτα, που αποστερούν πόρους από τις υγιείς μη κρατικοδίαιτες δυνάμεις.

       Με αυτό το πρίσμα πρέπει να εξεταστεί το εργασιακό και όχι με τον κορσέ των ανόητων κυβερνητικών «κόκκινων γραμμών».

       Με αυτό το πρίσμα πρέπει να εξεταστούν οι αποκρατικοποιήσεις και οι μεγάλες αυτοχρηματοδοτούμενες επενδύσεις. Οχι μόνον όσες ξεκίνησαν, αλλά και δεκάδες άλλες που δεν έχουν ξεκινήσει. Παράδειγμα η παραχώρηση του λιμανιού στο Λαύριο και η σύνδεσή του με την Αττική Οδό και τον προαστιακό. Η παραχώρηση της Μακρονήσου για την εγκατάσταση αιολικών και ηλιακών μονάδων.

       Με αυτό το πρίσμα πρέπει να εξεταστεί η ολοσχερής κατάργηση του ΕΝΦΙΑ και η οικονομική χειραφέτηση των δήμων. Οι δήμοι να χρηματοδοτούνται από τους δημότες που απολαμβάνουν τις υπηρεσίες τους. Οι δημότες πρέπει να πληρώνουν (οι άμεσα ωφελούμενοι) και όχι όλοι οι φορολογούμενοι με τη διαμεσολάβηση του κράτους.

       Δεν είμαι αισιόδοξος. Δεν πιστεύω ότι θα λυθούν τα προβλήματα αν: 1. Δεν δεσμευτούμε για αυξανόμενα πρωτογενή πλεονάσματα. 2. Δεν περιοριστεί δραστικά το προσωπικό του δημόσιου τομέα. 3. Δεν περιοριστεί ο αφόρητος κρατισμός.

       Συμφωνία χωρίς τέτοια στοιχεία θα αναβάλλει απλώς την επόμενη κρίση, που δεν θα αργήσει.
    * Ο κ. Στέφανος Μάνος είναι πρώην υπουργός.


    Αλληλεξάρτηση του δημόσιου χρέους με τις συνταξιοδοτικές δαπάνες - Μπ. Παπαδημητρίου

     

       Επί χρόνια πολλά, το κράτος εξασφάλιζε την πληρωμή των συντάξεων συμπληρώνοντας τις ασφαλιστικές κρατήσεις με χρήματα που δανειζόταν από τις αγορές κεφαλαίου. Υπολογισμοί έδειξαν ότι μεταξύ 1999 και 2014 μεταφέρθηκαν 175 δισ. ευρώ από τον προϋπολογισμό προς το ασφαλιστικό σύστημα! Είναι καιρός για τους πολιτικούς μας να παραδεχθούν ότι μεταξύ του δημοσίου χρέους και των υποχρεώσεων προς τους συνταξιούχους υπάρχει μια στενή σχέση αλληλεξάρτησης.
       Ξέρουμε ήδη ότι η Ελληνική Δημοκρατία δεν θα είναι σε θέση να δανειστεί χρήματα, ακόμη και όταν θα έχουμε επιστρέψει στις αγορές, για να καλύψει ελλείμματα. Κάθε είδους έλλειμμα. Επομένως, κάθε φορά που οι εισπράξεις των Ταμείων δεν θα είναι αρκετές για να πληρώσουν τις συντάξεις, το κράτος πρέπει να βρει τα χρήματα στην πλευρά των φόρων. Επειδή όμως οι φόροι ψηφίζονται επί συγκεκριμένων δαπανών, κάθε συνταξιοδοτικό έλλειμμα θα οδηγεί σε νέους φόρους.

       Καμία κυβέρνηση δεν θέλει, ούτε και μπορεί, να βάλει πρόσθετους φόρους. Ούτε είναι δυνατόν να αυξηθούν οι κρατήσεις επί των ήδη περιορισμένων αμοιβών των πολύ ολιγότερων εργαζομένων της χώρας.

       Παραλλήλως, ζητούμε από τους εταίρους να επανυπολογίσουμε το δημόσιο χρέος, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου είναι διακρατικό και ευρωπαϊκό. Εχουμε μάλιστα λάβει, από τον Νοέμβριο 2012, σχετική υπόσχεση. Προϋπόθεση για να γίνει η σχετική συζήτηση και διευθέτηση ήταν και παραμένει ότι δεν θα δημιουργούνται νέες χρηματοδοτικές ανάγκες, που σημαίνει ότι δεν θα υπάρξουν καινούργια ελλείμματα.

       Ο αυστηρός έλεγχος αποτροπής νέων ελλειμμάτων δεν εξαντλείται στις τρέχουσες δαπάνες του κράτους, αλλά περιλαμβάνει υποχρεωτικώς το ασφαλιστικό.

       Για να κατανοήσουμε το πρόβλημα μπορούμε να κάνουμε έναν αριθμητικό υπολογισμό. Ας υποθέσουμε ότι δεν υπήρχε συνταξιοδοτικό σύστημα. Ορίζουμε ότι μια αξιοπρεπής σύνταξη θα ήταν 880 ευρώ. Ποσό λίγο μικρότερο από το καθαρό ποσό που λαμβάνει ένας μισθωτός, που «κοστίζει», μαζί με τις κρατήσεις εργαζομένου και εργοδότη, 1.200 ευρώ. Σε αυτό το ύψος αμοιβής οι κρατήσεις για σύνταξη είναι 312 ευρώ και επί 14 μήνες 4.368 ετησίως. Αν αποταμιεύουμε το σχετικό ποσό και χωρίς να υπολογίσουμε τόκους, θα συγκεντρώσουμε 152.880 ευρώ. Με αυτό το ποσό μπορούμε να έχουμε σύνταξη στο ύψος που ορίσαμε επί 15 έτη. Αν βγούμε στη σύνταξη στα 65 φτάνουμε στα 80. Κοντά στο προσδόκιμο επιβίωσης, σήμερα.

        Ομως, οποιαδήποτε αλλαγή στα παραπάνω δημιουργεί έλλειμμα. Το χειρότερο είναι ότι το ύψος της υπολογισθείσας αμοιβής είναι μάλλον υψηλό για τα δεδομένα της ελληνικής οικονομίας. Χαμηλότερες αμοιβές και, ακόμη χειρότερα, λιγότερα χρόνια κρατήσεων μεγαλώνουν το πρόβλημα. Πρόωρες συντάξεις δεν μπορούν να χρηματοδοτηθούν.

       Σκεφτείτε τώρα όσους εργάζονται. Αφού οι κρατήσεις τους εισπράττονται από το κράτος, κάθε μήνα, κάθε χρόνο, οι εργαζόμενοι πολίτες καταγράφουν μια μελλοντική απαίτηση έναντι του Δημοσίου. Πρόκειται για μια μακροχρόνια δημοσιονομική υποχρέωση. Ο,τι ακριβώς είναι και το δημόσιο χρέος.
       Αποπληρωμή χρέους και συντάξεων είναι δύο ταυτόσημες υποχρεώσεις του κράτους και πρέπει να μελετηθούν, υπολογιστούν και αντιμετωπιστούν με ενιαίο τρόπο. Ο Πλάτων Τήνιος, γνωστός για τις μελέτες του στα θέματα γήρανσης πληθυσμού και ασφαλιστικού, έχει από παλαιότερα προτείνει την παράλληλη αντιμετώπιση των δύο θεμάτων. «Το κράτος αναλαμβάνει μια ηθική υποχρέωση έναντι των πολιτών-ασφαλισμένων, ενώ, ταυτοχρόνως, δημιουργείται μια υποχρέωση διανομής του ΑΕΠ που θα δημιουργηθεί τα επόμενα χρόνια», εξηγεί ο ίδιος. Η ύφεση που μας έπληξε και που μπορεί να επαναληφθεί κάποια στιγμή διδάσκει πολλά για τους κινδύνους που αντιμετωπίζει το σύστημα. Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι η βιωσιμότητα του χρέους συνδυάζεται με τη βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος και αυτός είναι ο κύριος λόγος για τον οποίο τα δύο ζητήματα θα συζητηθούν μαζί, υποχρεωτικώς.

    02/06/2015 - " Να μην πληρώσουμε το Δ.Ν.Τ.;" και "Συμφωνία ή χάος;"

    Αθήνα, 02/06/2015

    ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ 

     

      Επειδή όπως έχουμε αναφέρει αρκετές φορές στο παρελθόν, ενεργός πολίτης είναι ο ενημερωμένος πολίτης και επειδή θέλουμε τα μέλη του Συνδέσμου μας να είναι υπεύθυνοι και συνειδητοποιημένοι πολίτες, αναδημοσιεύουμε από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ του Σαββατοκύριακου 30-31/05/2015 το άρθρο του Κ. Καλλίτση με τίτλο «Να μην πληρώσουμε το Δ.Ν.Τ.;» και το άρθρο του Ν. Οικονομίδη με τίτλο « Συμφωνία ή χάος; », για να γνωρίζουν τα μέλη μας τις συνέπειες που  μπορεί να έχουν αυτές οι ενέργειες και να είναι προετοιμασμένα σ’ ένα τέτοιο ενδεχόμενο.

     

    Να μην πληρώσουμε το Δ.Ν.Τ.; - Κ. Καλλίτση

     

       Oταν γράφονταν αυτές οι γραμμές, οι δύο πλευρές, κυβέρνηση και πιστωτές, δεν διαφωνούσαν μόνο για το ύψος του δημοσιονομικού κενού, τους συντελεστές του ΦΠΑ, την ασφαλιστική μεταρρύθμιση ή άλλα θέματα της διαπραγμάτευσης. Διαφωνούσαν, κυρίως, αν η υπογραφή συμφωνίας...είναι κοντά ή μακριά! Αν η συμφωνία είναι σε απόσταση αναπνοής, όπως έλεγε το Μαξίμου. Ή αν απέχουμε πολύ, αν μένει πολλή δουλειά για να επιτευχθεί συμφωνία, όπως εν χορώ απαντούσαν όλοι οι εκπρόσωποι θεσμών και ευρωπαϊκών κρατών, χαρακτηρίζοντας αβάσιμη την αισιοδοξία της Αθήνας.

       Αν το θέμα ήταν απλώς η διαχείριση της κοινής γνώμης, ίσως ήταν αδιάφορη η διαφωνία. Και θα ήταν θεμιτές οι κυβερνητικές ενέσεις αισιοδοξίας (παρά τις υπερβολές που εκτίναξαν το Χρηματιστήριο Αθηνών στο τελευταίο 5λεπτο της περασμένης Τετάρτης...), ίσως και αναγκαίες για να κατασταλούν οι ανησυχίες που είχαν ενταθεί τελευταία και να αποτραπεί μια εντονότερη φυγή καταθέσεων από τις τράπεζες ενόψει 3ημέρου. Αν, όμως, όπως λέγεται, η διαφωνία Αθήνας και πιστωτών αντανακλά προεργασίες επίρριψης του ενός στον άλλον της ευθύνης μη συμφωνίας, το θέμα είναι πολύ σοβαρό.

       Θα φανεί άμεσα. Κρίσιμη εξέλιξη θα είναι η αποπληρωμή ή μη της δόσης στο ΔΝΤ, την Παρασκευή. Τρία ενδεχόμενα υπάρχουν:

       (α) Να μην πληρωθεί η πρώτη δόση του Ιουνίου, χωρίς συμφωνία, επειδή η κυβέρνηση ανακοινώνει ότι το κράτος δεν έχει λεφτά για να πληρώσει το ΔΝΤ, έχει λεφτά μόνο για μισθούς και συντάξεις.

       (β) Να μην πληρωθεί η πρώτη δόση του Ιουνίου, αλλά να υπάρξει συμφωνία με το ΔΝΤ ώστε να αποδεχθεί την εφάπαξ αποπληρωμή όλων των δόσεων του Ιουνίου με μικρή καθυστέρηση, στα τέλη του μηνός.

       (γ) Να πληρωθεί κανονικά η δόση του Ιουνίου, να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις, να επιτευχθεί συμφωνία με τους πιστωτές και να συνεχιστεί ομαλά η αποπληρωμή των υποχρεώσεών μας.

       Για να εκτιμήσουμε τις συνέπειες καθενός ενδεχομένου, ας έχουμε υπόψη ορισμένα δεδομένα:

       (α) Τη στιγμή που δεν θα πληρώσουμε μία δόση στο ΔΝΤ, τεχνικά κηρύσσουμε χρεοκοπία. Αν δεν έχει επιτευχθεί συμφωνία για την πληρωμή του ΔΝΤ εντός μηνός από την ημέρα που εκδηλώθηκε η αδυναμία αποπληρωμής, τότε η χρεοκοπία παύει να είναι τεχνική, γίνεται πραγματική και όλο το χρέος της χώρας (περίπου 320 δισ. ευρώ) μπορεί να κηρυχθεί απαιτητό από τους δανειστές. Πρόκειται για το σενάριο της απόλυτης καταστροφής, που οδηγεί την Ελλάδα εκτός ευρώ και την κοινωνία σε απόγνωση, απίστευτες οδύνες και εμφυλιοπολεμικές καταστάσεις, με όσα αυτές συνεπάγονται.

       (β) Ακόμα και αν επιτευχθεί συμφωνία για την αποπληρωμή του ΔΝΤ με μικρή καθυστέρηση, στα τέλη Ιουνίου, οι συνέπειες θα είναι σοβαρές. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα περιορίσει τη ρευστότητα που παρέχει στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, καθώς θα υποχρεωθεί να λάβει μέτρα αντιστάθμισης του ρίσκου, που θα έχει αυξηθεί μετά την πρώτη εκδήλωση αδυναμίας αποπληρωμής του ΔΝΤ. Η οικονομική δραστηριότητα θα παγώσει πλήρως για ένα μήνα τουλάχιστον, ουδείς θα πληρώνει οποιαδήποτε υποχρέωσή του (από δόση έως μισθό...), τα δημόσια έσοδα θα μηδενιστούν, η οσμή της χρεοκοπίας και οι παρενέργειές της θα ακολουθούν τη χώρα στα επόμενα βήματά της, για μακρύ χρόνο.

       (γ) Στην πρώτη περίπτωση είναι βεβαία, στη δεύτερη περίπτωση πολύ πιθανή η επιβολή capital controls. Για να μην ερημώσει η χώρα και οι τράπεζες από κεφάλαια, ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας θα υπογράψει Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου που θα βάζει φραγμούς στην κίνηση κεφαλαίων και στην ανάληψη καταθέσεων. Οι εισαγωγές (σε μια κατεξοχήν εισαγωγική χώρα) θα κοπούν, ως εκ τούτου μέρος της παραγωγής θα σταματήσει λόγω έλλειψης πρώτων υλών και οι εξαγωγές θα συρρικνωθούν. Χιλιάδες θέσεις εργασίας θα καταστραφούν. Εκτεταμένες ελλείψεις σε κρίσιμα αγαθά (φάρμακα, ενέργεια κ.ά.) θα σημειωθούν. Θα επιβληθεί όριο ανάληψης στις καταθέσεις, π.χ. 50 ή 70 ευρώ/μέρα, και στον μισθό που θα (αν) καταβάλλεται μέσω τραπέζης. Οι επιταγές θα μείνουν χαρτιά στο χέρι όσων ήλπιζαν να τις εξαργυρώσουν. Ακόμα και υγιείς επιχειρήσεις δεν θα αντέξουν την πίεση. Ούτε, ίσως, κάποιες τράπεζες...

       Τούτων δοθέντων, ορισμένοι, με απίστευτη για το αξίωμά τους ελαφρότητα, εισηγούνται στον πρωθυπουργό να μην πληρωθεί η δόση στο ΔΝΤ. Δυστυχώς, μάλιστα, βρίσκουν τους πρόθυμους που απερίσκεπτα αναλαμβάνουν να φιλοτεχνήσουν νομικές καρικατούρες για να υποστηρίξουν τέτοιες επικίνδυνες ανοησίες. Αύριο, βεβαίως, αν η χώρα συρθεί στην καταστροφή, όλοι αυτοί θα τραβήξουν την ουρά τους – έτσι γίνεται πάντα. Η μεγάλη ευθύνη και οι κρίσιμες αποφάσεις ανήκουν στον πρωθυπουργό.

     

    Συμφωνία ή χάος; - Ν. Οικονομίδη

     

       Στο τέλος Ιανουαρίου 2015, η νεοεκλεγείσα ελληνική κυβέρνηση είχε μία μοναδική ευκαιρία. Να υπογράψει μια συμφωνία η οποία θα ήταν ίσως «καλύτερη» από την προτεινόμενη στην κυβέρνηση Σαμαρά. Η ευκαιρία χάθηκε, γιατί από τη μια μεριά η κυβέρνηση δεν είχε έτοιμο εφαρμόσιμο πρόγραμμα και από την άλλη προτίμησε να μιλεί ρεβανσιστικά για τη ναζιστική Γερμανία στη γαλαρία της Αριστερής Πλατφόρμας παρά στους εταίρους. Στη διάρκεια των μηνών της διαπραγμάτευσης, οι Ευρωπαίοι σκλήρυναν τη στάση τους, βλέποντας συχνά την Ελλάδα να βρίσκεται εκτός θέματος. Οταν επανειλημμένα δεν τα «έβρισκαν» στην τεχνική οικονομική ανάλυση των στοιχείων, η κυβέρνηση μιλούσε για την ανάγκη «πολιτικής διαπραγμάτευσης». Οταν στην πολιτική διαπραγμάτευση δεν τα έβρισκε ο πρωθυπουργός με τους ομολόγους του, πηγαίναμε φτου κι απ’ την αρχή στην τεχνική διαπραγμάτευση. Και αυτός ο κύκλος επανελήφθη ξανά και ξανά. Ετσι πέρασαν τέσσερις μήνες.

       Η τακτική της επιμήκυνσης των διαπραγματεύσεων ήταν καταστροφική για την Ελλάδα:

       Πρώτον, γιατί έχασε την ευκαιρία μιας καλής συμφωνίας στην αρχή.

       Δεύτερον, γιατί η τεράστια παρατεταμένη πολιτική και οικονομική αβεβαιότητα που δημιούργησαν οι εκλογές και η μακροχρόνια διαπραγμάτευση έπληξε καίρια την οικονομική δραστηριότητα, μείωσε τους φόρους που θα μπορούσε να εισπράξει το κράτος και αύξησε την ανεργία.

       Τρίτον, γιατί τώρα η Ελλάδα είναι με την πλάτη στον τοίχο λόγω έλλειψης ρευστότητας.

       Τέταρτον, γιατί η αβεβαιότητα άδειασε τις τράπεζες από καταθέσεις.

      Πέμπτον, γιατί η εσωτερική στάση πληρωμών εδώ και δύο μήνες (πληρώνονται μόνο μισθοί και συντάξεις) δημιούργησε συνθήκες άκρας έλλειψης ρευστότητας στην αγορά.

       Εδώ που φτάσαμε, με την επώδυνη συμφωνία προ των πυλών, μερικοί θα πουν, καλύτερα η ρήξη και χρεοκοπία μέσα ή έξω από το ευρώ. Ομως, ακόμη και μέτρια και επώδυνη συμφωνία είναι καλύτερη από τη χρεοκοπία. Η χρεοκοπία και μετάβαση στη νέα δραχμή θα ήταν καταστροφή του μεγέθους της Μικρασιατικής Καταστροφής. Οι τράπεζες θα κατέρρεαν από αναλήψεις φοβισμένων πολιτών για την ισοτιμία νέας δραχμής και ευρώ. Η βαθιά υποτιμημένη δραχμή θα έκανε τους Ελληνες φτωχούς αμέσως, καθώς θα μπορούσαν να αγοράζουν μόνο το μισό ή το ένα τρίτο όσων αγόραζαν στις αρχές Μαΐου 2015. Ελλείψεις σε βασικά είδη όπως φάρμακα και καύσιμα θα ήταν ο κανόνας και όχι η εξαίρεση. Και το τύπωμα πολλών νέων δραχμών θα δημιουργούσε υπερπληθωρισμό, νέα υποτίμηση και φτώχεια.

       Θα έλεγαν όμως κάποιοι ότι δεν χρειάζεται να βγούμε από το ευρώ. Γιατί δεν χρεοκοπούμε μέσα στο ευρώ, μην πληρώνοντας τα εξωτερικά μας δάνεια; Ομως, μια χρεοκοπία μέσα στο ευρώ θα είναι εξαιρετικά δύσκολη να τη διαχειριστεί οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση, και ιδιαίτερα η σημερινή άπειρη. Θα χρειαζόταν τεράστια υποστήριξη από την ΕΚΤ, που δεν θα την είχε. Μέσα σε λίγο χρόνο, η ελληνική κυβέρνηση, εθελοντικά ή κάτω από πίεση, θα πήγαινε στη νέα δραχμή. Ετσι και οι δύο τύποι χρεοκοπίας (μέσα και έξω από το ευρώ) οδηγούν στην ολική καταστροφή της νέας δραχμής.

       Ποια θα ήταν μια καλή συμφωνία; Εκείνη που πέρα από τα δημοσιονομικά θα έδινε έμφαση στις μικροοικονομικές μεταρρυθμίσεις. Αναγκαία η μείωση του τεράστιου αναποτελεσματικού κράτους, που βαραίνει τον ιδιωτικό τομέα και τους φορολογουμένους. Αναγκαίο να γίνουν ανταποδοτικές οι συντάξεις. Αναγκαίο να αλλάξουμε τους μηχανισμούς με τους οποίους αγοράζει το Δημόσιο για να πάρουμε μικρότερες τιμές και να μειώσουμε τη διαφθορά. Πρέπει να προχωρήσουμε με τις ιδιωτικοποιήσεις των τρένων, αεροδρομίων, λιμανιών, και της ενέργειας. Αυτοί οι τομείς χρειάζονται άμεσα επενδύσεις και οι ιδιώτες θα τους διοικούσαν πιο αποτελεσματικά. Τα «κλειστά επαγγέλματα» πρέπει να ανοιχτούν στον ανταγωνισμό. Οι αγορές εργασίας πρέπει να απελευθερωθούν. Τέλος, πρέπει να μειωθούν οι φόροι επιχειρήσεων και να βελτιωθεί το γραφειοκρατικό καθεστώς για να έρθουν καινούργιες επενδύσεις και να επανέλθουν οι ελληνικές επιχειρήσεις που έφυγαν .

       Μία συμφωνία πρέπει, τέλος, να αναδιαρθρώνει το χρέος. Αντί να μειώνει την ονομαστική του αξία, ο καλύτερος τρόπος για να μειωθεί το χρέος είναι η επιμήκυνση των λήξεων των υποχρεώσεων προς την Ε.Ε. και τον μηχανισμό στήριξης. Η πρότασή μου είναι επιμήκυνση της λήξης αυτών των δανείων στα 75 χρόνια, μετατροπή των τόκων από κυμαινόμενους σε σταθερούς και μείωσή τους, και μη πληρωμή των τόκων για μία δεκαετία. Αυτή η αναδιάρθρωση θα μειώσει την παρούσα αξία του χρέους κατά 50% και θα βοηθήσει την ανάπτυξη. Η ανάπτυξη είναι η μόνη εγγύηση ότι η Ελλάδα θα αποπληρώσει το χρέος.
    Στο χέρι της κυβέρνησης είναι να κάνει συμφωνία. Αν δεν κάνει συμφωνία, θα είναι 100% υπεύθυνη για το χάος και την καταστροφή που θα ακολουθήσει.
    * Ο κ. Νίκος Οικονομίδης είναι καθηγητής στο Stern School of Business του New York University & University of California, Berkeley.

    27/05/2015 - Επέκταση του προγράμματος

    Αθήνα, 27/05/2015

    ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ 

     

      Μετά τα δύο εκπληκτικά άρθρα που αναδημοσιεύσαμε από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής 24/05/2015 χθες και προχθές, τα οποία περιέγραφαν το μεν ένα τους λόγους που μας οδήγησαν σε αυτά τα αδιέξοδα, το δε άλλο την λύση που υπάρχει για να μην χρεοκοπήσουμε, αναδημοσιεύουμε πάλι από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής 24/05/2015, ένα τρίτο άρθρο ειδικού συνεργάτη της ίδιας εφημερίδας με τίτλο « Επέκταση του προγράμματος », που περιγράφει το καλό σενάριο των όποιων εξελίξεων για τη χώρα μας, το οποίο καταλήγει με τη φράση ¨Προσδεθείτε για τις αναταράξεις που έρχονται¨ και ο νοών νοείτω.


       Επέκταση του προγράμματος

        Μετά τις παλινωδίες και περιπλανήσεις των τελευταίων τεσσάρων μηνών, με το μεγάλο κόστος που αυτές συσσώρευσαν για την οικονομία και τη χώρα συνολικά, τα περιθώρια για μια δίκαιη, ρεαλιστική και πολιτικά ανεκτή λύση έχουν στενέψει επικίνδυνα. Η κυβέρνηση έχασε το «παράθυρο ευκαιρίας» της θετικής διεθνούς εικόνας γι’ αυτήν και σχετικής προδιάθεσης. Και όπως η εμπειρία διδάσκει, σε αυτού του είδους τη διαπραγμάτευση, ο χρόνος μετράει υπέρ του ισχυρού – και αυτός δεν είναι η Ελλάδα.
       Η κυβέρνηση εξακολουθεί να θέλει και να προσπαθεί για μια συνολική συμφωνία: κλείσιμο του παρόντος προγράμματος, εκταμίευση του υπολοίπου και νέο πρόγραμμα με ελάφρυνση του χρέους (έστω χωρίς «κούρεμα») και με αναπτυξιακή διάσταση. Οικονομικά και πολιτικά είναι σωστό. Αλλά δεν μπορεί να γίνει πλέον, για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί ο χρόνος δεν αρκεί και τα ταμειακά διαθέσιμα έχουν εξαντληθεί. Και, δεύτερον, γιατί εξαιτίας της διαπραγματευτικής τακτικής μας όλο αυτό το διάστημα, οι εταίροι (όχι μόνο η Γερμανία) δεν επιθυμούν πλέον συνολική λύση πριν κλείσει το πρώτο πρόγραμμα. Θέλουν τώρα να διαπιστώσουν δείγμα γραφής από την κυβέρνηση με την ψήφιση στη Βουλή ενός επώδυνου πακέτου μέτρων.
       Το κλείσιμο του πρώτου προγράμματος, όμως, δεν είναι απλή υπόθεση. Οχι μόνο για την ελληνική πλευρά και τις «κόκκινες γραμμές» της σε θέματα όπως το ασφαλιστικό και τα εργασιακά, αλλά και για τους κανόνες και τη δυναμική μεταξύ των εταίρων. Το ΔΝΤ σε αυτή τη φάση αδυνατεί να εκταμιεύσει. Ακόμα και με μια «πλήρη και συνολική» συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο («staff-level agreement») –πράγμα ήδη δύσκολο από μόνο του– το καταστατικό του Ταμείου εμποδίζει την εκταμίευση εάν δεν υπάρχει εγγυημένη χρηματοδότηση της Ελλάδας για τους επόμενους 12 μήνες και εχέγγυα για τη βιωσιμότητα του χρέους.
    Στο παρελθόν, σε αντίστοιχες δυσκολίες οι Ευρωπαίοι εταίροι έδιναν τις σχετικές διαβεβαιώσεις, τώρα όμως με το πρόγραμμα να τελειώνει τον Ιούνιο δεν μπορούν να το κάνουν.
       Οι εταίροι έχουν καταλήξει στο ότι δεν θέλουν να δουν τη χώρα σε στάση πληρωμών. Αντίστοιχα, όμως, δεν είναι διατεθειμένοι να δανείσουν μακροπρόθεσμα την ελληνική κυβέρνηση στην παρούσα μορφή της. Η μόνη συνεπώς λύση που διαφαίνεται στον ορίζοντα είναι –πάλι– η επέκταση του προγράμματος για μερικούς μήνες, όπως αποκάλυψε και η εφημερίδα Süddeutsche Zeitung. Σε αντίθεση με τον Φεβρουάριο, τουλάχιστον αυτή τη φορά –και δεδομένης της ταμειακής ασφυξίας– αυτή η επέκταση θα συνοδεύεται από μια εκταμίευση ικανή να αγοράσει λίγο χρόνο για την Ελλάδα.
       Η εκταμίευση μπορεί να πάρει τη μορφή μέρους των οφειλομένων από την Ε.Ε., ή πιο πιθανό τα κέρδη της ΕΚΤ και μαζί και μια χαλάρωση εκ μέρους της ΕΚΤ της δυνατότητας αγοράς βραχυπρόθεσμων τίτλων του Δημοσίου από τις ελληνικές τράπεζες. Το ΔΝΤ δεν θα εκταμιεύσει τη δική του δόση. Προφανής προϋπόθεση όμως της όποιας εκταμίευσης ή διευκόλυνσης θα είναι η ψήφιση από την ελληνική Βουλή ενός δύσκολου πακέτου μέτρων, με έμφαση στο δημοσιονομικό και με μετάθεση για το νέο πρόγραμμα των δύσκολων θεμάτων του ασφαλιστικού και των εργασιακών.
       Ακόμα και με μία παρόμοια εκταμίευση, βέβαια, η Ελλάδα θα δυσκολευτεί να αντεπεξέλθει στις άνω των 10 δισ. υποχρεώσεις του καλοκαιριού (εξαιρουμένων τρεχουσών δαπανών και ανανέωσης βραχυπρόθεσμων τίτλων) – υποχρεώσεις στο ΔΝΤ, την ΕΚΤ και για αποπληρωμή τόκων. Η πίεση συνεπώς για συμφωνία επί ενός νέου προγράμματος θα παραμείνει. Ομως, πιθανόν ο χρόνος να αρκέσει για τη διεξαγωγή ενός δημοψηφίσματος επί του νέου προγράμματος, κάτι που φαίνεται να κερδίζει έδαφος στους εταίρους μας ως προϋπόθεση για τη συμφωνία ενός νέου χρηματοδοτικού πακέτου της τάξεως των 30-50 δισ. και την ψήφισή του από τα δικά τους Κοινοβούλια.
        Για την οικονομία μας, αυτή η «λύση» της εκ νέου παράτασης του προγράμματος ναι μεν γλιτώνει από τα χειρότερα, πλην όμως επιτείνει την αβεβαιότητα και καταστρέφει πλέον κάθε ελπίδα θετικών ρυθμών ανάπτυξης για φέτος. Πολιτικά, για την κυβέρνηση, της αγοράζει λίγο χρόνο για να τελειώσει την εσωτερική της διαπραγμάτευση, με την προϋπόθεση ότι μπορεί να περάσει το πακέτο μέτρων από τη Βουλή και να φέρει μια πειστική πρόταση για έγκριση με δημοψήφισμα. Σε κάθε περίπτωση, το πολιτικό τοπίο σε μερικούς μήνες θα είναι αισθητά διαφοροποιημένο από το σημερινό. Προσδεθείτε για τις αναταράξεις που έρχονται.