09/03/2015 - "Ο πρωθυπουργός αγαπά την Ευρώπη" και "Να θιγούν οι φοροδίαιτοι"

    Αθήνα, 09/03/2015

    ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ 

     

        Σας αναδημοσιεύουμε από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής 08/03/2015 το άρθρο του Στεφ. Κασιμάτη με τίτλο «Ο Πρωθυπουργός αγαπά την Ευρώπη» και το άρθρο του Στεφ. Μάνου με τίτλο «Να θιγούν οι φοροδίαιτοι», τα οποία άρθρα  μιλούν για αλήθειες που φοβόμαστε να αποδεχθούμε, αναλύουν την πραγματικότητα με εύστοχο τρόπο και προτείνουν λύσεις για να αποφύγουμε τα χειρότερα που έρχονται .

     

    Ο Πρωθυπουργός αγαπά την Ευρώπη - Στεφ. Κασιμάτη


       Εμείς είμαστε ελεύθεροι να βιώνουμε τις αυταπάτες μας, αλλά οι εταίροι με τους οποίους διαπραγματευόμαστε βλέπουν την Ελλάδα ως συνέχεια. Βλέπουν, συγκεκριμένα, ότι οι εκλογές και το αποτέλεσμά τους (η «δημοκρατική εντολή» που επισείει η κυβέρνησή μας) ήταν για την Ελλάδα ένα πρόσχημα μήπως και πείσει τους κουτόφραγκους να σβήσουν τα συμφωνηθέντα για να πάρουμε την υπόθεση πάλι από την αρχή. Αυτό ήταν όλο κι όλο το σχέδιο της κυβέρνησης: να θέσει το ζήτημα εξ αρχής σε πολιτική βάση. Οπως ξέρουμε, απέτυχε παταγωδώς• και, επίσης, «Σχέδιο Β΄» ούτε υπήρχε ούτε υπάρχει.
       Ωστόσο, δεν είναι καθόλου παράδοξο ότι, μετά την επιθετική δήλωση του πρωθυπουργού προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την περασμένη Παρασκευή, η κυβέρνηση δείχνει να επανέρχεται στο σχέδιο που ήδη απέτυχε και επιχειρεί ξανά να θέσει το ζήτημα σε πολιτική βάση. Δεν χρειάζεται σοφία για να μπορεί ο καθένας να αντιληφθεί ότι η στάση της κυβέρνησης οφείλεται στην απελπισία της. Δοκίμασε την πατροπαράδοτη μέθοδο «δίνουμε λόγια, δώστε λεφτά», αλλά νομίζω το έκανε από αμηχανία, επειδή κάτι έπρεπε να κάνει και, τέλος πάντων, δεν μπορούσε να μένει στήλη άλατος.
       Αυτό το παιχνίδι όμως τελείωσε για τους εταίρους: το ευρώ δεν είναι χαβαλές και, προφανώς, το κόστος του εμπαιγμού της Ευρωζώνης από ένα μέλος της που αρνείται να συμμορφωθεί με τους γενικούς κανόνες δεν μπορεί να συνεχίζεται επ’ άπειρον• γι’ αυτό και κλείνουν τη στρόφιγγα της ρευστότητας. Οτι οι εταίροι σκληραίνουν τη στάση τους είναι ένδειξη –καλύτερα, προειδοποίηση– ότι δεν έχουν σκοπό να διαιωνίζουν την ύπαρξη μιας τρύπας στο σύστημα, έστω και αν αυτή λέγεται Ελλάδα και αγωνίζεται στο όνομα του μέλλοντος όλων των λαών της Ευρώπης. Μέσα σε ένα μήνα μόλις, η κυβέρνηση Τσίπρα βρέθηκε στη θέση της κυβέρνησης Σαμαρά και μάλιστα με πολύ μικρότερα περιθώρια ελιγμών. Το δίλημμα, λοιπόν, που τίθεται για την κυβέρνηση έχει ως εξής: ή με τους εταίρους, τα λεφτά τους και τους όρους τους ή χωρίς τους όρους τους, χωρίς τα λεφτά τους και χωρίς τους εταίρους. (Το τελευταίο ίσως ακούγεται υπερβολικό, αλλά δεν είναι: ούτως ή άλλως, για τα λεφτά τους τους θέλαμε και πάντα τους αντιμετωπίζαμε με την πλαστή και εύθικτη ανωτερότητα του μειονεκτούντος...)
       Τι μπορεί να μας σώσει από τη λάθος απάντηση, στην οποία μπορεί να μας σπρώξει η πληγωμένη περηφάνια; Πάντως όχι η δεδηλωμένη και ομολογημένη αγάπη του κ. πρωθυπουργού για την Ευρώπη. («Αγαπώ την Ευρώπη και δεν θέλω Grexit», ήταν η σχεδόν σπαρακτική δήλωση του Αλ. Τσίπρα την περασμένη Παρασκευή.)
       Ο πρωθυπουργός μπερδεύει δύο πράγματα και αυτό είναι αναμενόμενο και εν μέρει κατανοητό εκ μέρους του. Η Ευρώπη που αγαπά είναι η Ευρώπη που καταναλώναμε ως προϊόν στα χρόνια της πλαστής ευμάρειας με τα δανεικά. Η Ευρώπη την οποία βλέπαμε στις διήμερες ή τριήμερες «αποδράσεις». (Και η εποχή της αστακομακαρονάδας επέβαλε τη δική της πολιτική ορθότητα στη γλώσσα...) Η Ευρώπη που, ακόμη και όταν ταξιδεύαμε σε αυτήν, τη βλέπαμε μέσα από την απόσταση ασφαλείας της μικρής Ελλάδας που μεταφέραμε μέσα μας και γύρω μας. Ηταν μια Ευρώπη χρήσιμη κυρίως ως ένα ωραίο σκηνικό για τον δικό μας μικρόκοσμο. Χρήσιμη, επίσης, για να ψωνίζουμε ωραία πράγματα, να ψωνίζουμε στυλ και ενίοτε τίποτε ιδέες, εφόσον μας βόλευαν.
       Αυτή η Ευρώπη –η Ευρώπη με την οποία είχαμε μια, κατά βάση, «καταναλωτική» σχέση– δεν ξέρω στ’ αλήθεια πόσο μας ωφέλησε. Είναι αξιοσημείωτο ότι, στα χρόνια της συμμετοχής μας στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, η γλωσσομάθεια στις νεότερες γενιές αυξήθηκε, το Erasmus έδωσε την ευκαιρία στα παιδιά να δουν πώς λειτουργεί έξω η Ανωτάτη Παιδεία, επίσης αυξήθηκε εντυπωσιακά ο αριθμός των νέων που σπουδάζουν έξω, αλλά και εκείνων που απλώς ταξιδεύουν για αναψυχή με μια άνεση αδιανόητη για την μόλις προηγούμενη γενιά. (Π.χ., ποιος φανταζόταν προ τριακονταετίας ότι στις μέρες μας κάθε επαρχιακό σχολείο θα είχε τη δυνατότητα να κάνει την πενθήμερη στη Ρώμη;) Μας άλλαξαν καθόλου αυτά τόσα χρόνια; Κρίνοντας από τη σταθερά  αυξανόμενη  δύναμη του εθνολαϊκισμού  που  βλέπουμε όλοι  να συμβαίνει, ας μου επιτραπεί να αμφιβάλω. Οπως και αν έλθουν τα πράγματα όμως, αυτή η Ευρώπη, στην οποία θα μπορούμε να σβήνουμε τη δίψα μας για κατανάλωση, θα υπάρχει για πάντα. Με τη διαφορά, βέβαια, ότι στην Ελλάδα της δραχμής αυτοί που θα την απολαμβάνουν θα είναι πολύ λιγότεροι. Επομένως, ο πρωθυπουργός μπορεί να αγαπά όσο θέλει την Ευρώπη ― η αγάπη του είναι αβλαβής για αμφότερες τις πλευρές.
       Το Grexit όμως αφορά μία Ευρώπη από την οποία μας χωρίζει πραγματικό χάσμα, το οποίο τελευταία πλαταίνει κιόλας. Πρόκειται για την Ευρώπη ως πολιτική ενότητα, δηλαδή με κοινούς κανόνες που τείνουν προς ένα κατά το δυνατόν κοινό σύστημα διακυβέρνησης. Αυτή είναι η μόνη εκδοχή στην οποία μπορεί να υπάρξει μια ενωμένη Ευρώπη, αφού εκ των πραγμάτων ούτε ευρωπαϊκή εθνότητα μπορεί να υπάρξει ούτε κοινή γλώσσα. Με αυτήν την Ευρώπη –που η πορεία της εξαρτάται από την επιτυχία του σοβαρότερου έως τώρα εγχειρήματός της, του ευρώ– είναι φανερό ότι έχουμε μεγάλο πρόβλημα, μεγαλύτερο από όσο τολμάμε να αναγνωρίσουμε. Και το μόνο που θα μπορούσε να μας γλιτώσει από την ολέθρια επιλογή της απομόνωσης θα ήταν μια κυβέρνηση οικουμενική, με τη δυνατότητα να περάσει τα αναγκαία μέτρα για την ολοκλήρωση του μεταρρυθμιστικού προγράμματος. Αν φθάσουμε σε αυτό το σημείο, παραδόξως η λύση πράγματι θα εξαρτάται αυτή τη φορά από την αγάπη του Αλ. Τσίπρα – για τη χώρα του όμως, όχι για την Ευρώπη.
    Της κάνει εντύπωση
       Βασιζόμενη στη διεθνή εμπειρία της, η Ελενα Παναρίτη, σύμβουλος του Γ. Βαρουφάκη, προέβη σε μια σπονδή στη χαριτωμένη αφέλεια, λέγοντας τα εξής αξιομνημόνευτα: «Εγώ ως οικονομολόγος η οποία έχει βρεθεί σε δανειοδοτική θέση, δηλαδή εγώ έδινα επί 15 χρόνια δάνεια σε χώρες, δεν έχω συμπεριφερθεί με τέτοια απαξίωση σε πελάτη μας, η οποία είναι η χώρα στην οποία δίνουμε δάνεια. Μου έχει κάνει τρομερή εντύπωση αυτός ο τρόπος». Δεν θα έπρεπε να της κάνει ούτε καν εντύπωση, πόσο μάλλον τρομερή. Διότι συγκρίνει τη συμπεριφορά της ως υπαλλήλου της Διεθνούς Τραπέζης με τη συμπεριφορά εκείνων που έχουν την ευθύνη να διαχειρίζονται τα χρήματα των λαών τους. Δεν πειράζει, όμως, αν λέει πότε πότε η Ελενα και καμιά ελαφρότητα. Σημασία έχει ότι, παραμένοντας το ίδιο αφελής έπειτα από έξι χρόνια επαφής με την ελληνική πραγματικότητα, αποδεικνύει ότι είναι η γνησιότερη οπαδός του κακορίζικου Γιωργάκη – κι αυτό προσωπικώς πολύ με συγκινεί...

     

    Να θιγούν οι φοροδίαιτοι - Στεφ. Μάνου


       Η πραγματικότητα, με τη βοήθεια των δανειστών της Ελλάδας, έφερε την κυβέρνηση στο γνωστό μονοπάτι των συνεχών διαπραγματεύσεων, στις οποίες επιδιώκει:

       • Να μη θιγούν οι πελάτες του κόμματος. Να μη θιγούν δηλαδή όσοι τρέφονται και συντηρούνται με τους φόρους (θα τους ονομάζω εφεξής «οι φοροδίαιτοι») τους οποίους πληρώνουν όσοι ακόμη εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα.

      • Την εξασφάλιση κάποιας οικονομικής ενίσχυσης από τους εταίρους μας.

       Οι διαπραγματευτικές επιδιώξεις της σημερινής κυβέρνησης δεν διαφέρουν από εκείνες της προηγούμενης. Το στυλ έχει αλλάξει και η ένταση, αλλά το αφήγημα παραμένει το ίδιο.

      Επιδιώκοντας να μη θίξουν τους φοροδίαιτους οι κυβερνήσεις Παπανδρέου και Σαμαρά οδήγησαν την Ελλάδα σε ύφεση και ανεργία. Επιδιώκοντας το ίδιο ο κ. Τσίπρας θα οδηγήσει και αυτός την Ελλάδα σε ύφεση και ανεργία. Πιο γρήγορα, όμως, λόγω αυξημένης έντασης.

       Το τι πρέπει να γίνει πολλοί το έχουν πει. Δεν βρέθηκε όμως κανείς να το κάνει. Διότι, όπως σωστά είπε ο κ. Γιουνκέρ: «Ολοι ξέρουν τι πρέπει να γίνει, αλλά δεν ξέρουν πώς θα επανεκλεγούν αν το κάνουν». Οσες φορές προθυμοποιήθηκα να το κάνω εγώ (παλαιότερα με τους Ταύρους και πιο πρόσφατα με τη Δράση) αποκρούστηκα με πολλούς επαίνους από τον ελληνικό λαό.

       ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ επιδίωξαν να αντιμετωπίσουν την κρίση τραβώντας μια χοντρή κόκκινη γραμμή: «Δεν θα γίνουν απολύσεις, δεν θα θίξουμε τους φοροδίαιτους». Πιστεύω ακράδαντα ότι η κρίση δεν θα αντιμετωπιστεί αν δεν θιγούν οι φοροδίαιτοι. «Κάτι τέτοια λες και μόλις 1% σε ψηφίζει!». Πράγματι. Το 99%, όμως, που δεν με ψήφισε, σφάλλει. Απόδειξη η ύφεση και η ανεργία.

       Πώς θα θιγούν οι φοροδίαιτοι;

       • Με την άμεση κατάργηση κάθε περιττής κρατικής δαπάνης. Παράδειγμα: να μην ανοίξει τώρα η ΕΡΤ. Να συμπληρωθούν τα ανά τη χώρα κενά στο ΕΣΥ με ιατρούς και στα σχολεία με δάσκαλους και να απολυθούν όσοι περισσεύουν (περισσεύουν πολλοί).

       • Με την κατάργηση των χαριστικών πρόωρων συντάξεων.

       • Με την κατάργηση όλων των υπέρ τρίτων φόρων που αφαιρούν πόρους από πολλούς για χάρη λίγων. Οι φόροι υπέρ τρίτων αποδίδουν περίπου όσα ο ΕΝΦΙΑ και στην πλειονότητά τους ευνοούν τις συντάξεις προνομιούχων τάξεων.

      • Με την άμεση καθιέρωση της συστηματικής αξιολόγησης των φοροδίαιτων (δημοσίων υπάλληλων και υπαλλήλων ΔΕΚΟ) και την απομάκρυνση όσων δεν πληρούν τις προϋποθέσεις απασχόλησής τους. Διότι οι φόροι είναι ιεροί και οι φοροδίαιτοι πρέπει να δικαιολογούν συνεχώς τους φόρους που καταναλίσκουν.

       Η κατάργηση των περιττών κρατικών δαπανών θα διευκολύνει την ανάπτυξη. Διότι οι περιττοί φοροδίαιτοι, για να δικαιολογούν την ύπαρξή τους, δημιουργούν εμπόδια και περιπλοκές σε εκείνους που πληρώνουν, επιχειρούν και πληρώνουν φόρους.

       Η Ελλάδα χρειάζεται παραγωγή και εξαγωγές. Χρειάζεται επενδύσεις. Ο,τι διευκολύνει την παραγωγή και τις εξαγωγές είναι καλό. Ο,τι τις εμποδίζει, κακό.

       Η καθυστέρηση επιστροφής ΦΠΑ στις εξαγωγές είναι κακό. Να επιστρέφεται ο ΦΠΑ αμέσως. Ο έλεγχος μετά. Να καταργηθούν όλες οι κρατικές άδειες για εγκατάσταση σε βιομηχανική περιοχή. Να υπάρχει μία άδεια για το σύνολο της βιομηχανικής περιοχής και όχι επιμέρους άδειες για κάθε επιχείρηση. Τα δίκτυα (ηλεκτρικό, νερό, αποχέτευση, τηλεφωνία) να συνδέονται με τη βιομηχανική περιοχή και όχι με κάθε επιχείρηση χωριστά. Παραχώρηση μεγάλων καλλιεργήσιμων εκτάσεων του Δημοσίου για την ανάπτυξη εξαγωγικών καλλιεργειών. Παραχώρηση εκτάσεων του Δημοσίου για την εγκατάσταση ανεμογεννητριών, π.χ. Μακρόνησος. Προτεραιότητα σε ιδιωτικοποιήσεις υποδομών (αεροδρόμια, λιμάνια, σιδηροδρομικό δίκτυο, ενέργεια), διότι διευκολύνουν τις εξαγωγές και τον τουρισμό. Προτεραιότητα σε ΣΔΙΤ στα τουριστικά νησιά για νερό, αποχέτευση, ενέργεια και λιμάνια.

       Το ασφαλιστικό είναι σε αδιέξοδο. Οι συντάξεις είναι χαμηλές και οι εισφορές τόσο μεγάλες, ώστε να εξοντώνουν τη νόμιμη επιχειρηματική δράση. Πρότεινα μια σύνταξη (πληρωμένη από τον προϋπολογισμό) για όλους στα 67 ύψους 700 ευρώ τον μήνα με μηδέν εισφορές. Οποιος θέλει καλύτερη σύνταξη, θα πρέπει να φροντίσει γι’ αυτήν μόνος του. Να την πάρει όποτε θέλει και όπως θέλει, με δική του όμως επιλογή και ευθύνη. Το ζήτημα είναι εξαιρετικά περίπλοκο. Να μελετηθεί, αλλά μέσα σε 12 μήνες να έχουν ληφθεί αποφάσεις. Αν καταργηθούν οι εργοδοτικές εισφορές, θα ακολουθήσει τεράστιο άλμα ανταγωνιστικότητας και εξαγωγών.

       Οι δήμοι πρέπει να χρηματοδοτούνται από τους δημότες που απολαμβάνουν τις υπηρεσίες τους. Η πηγή των πόρων της Αυτοδιοίκησης πρέπει να είναι οι δημότες (οι άμεσα ωφελούμενοι) και όχι όλοι οι φορολογούμενοι με διαμεσολάβηση του κράτους (ή του κόμματος). Ετσι, οι οικονομικά ανεύθυνοι δήμοι θα γίνουν υπόλογοι στους δημότες και άρα υπεύθυνοι. Από την ώρα που οι δήμοι θα είναι υπεύθυνοι για τη χρηματοδότησή τους, θα καταβάλλουν προσπάθειες να προσελκύσουν επενδύσεις που αυξάνουν τα έσοδά τους και μειώνουν την επιβάρυνση των δημοτών. Για παράδειγμα, ανεμογεννήτριες. Στα νησιά του Αιγαίου οι ανεμογεννήτριες μπορούν να καλύψουν όλες τις δαπάνες του δήμου και να μηδενίσουν τα ανταποδοτικά τέλη των δημοτών. Επειδή το κράτος θα απαλλαγεί από τη δαπάνη για τους δήμους μπορεί να καταργήσει ολοσχερώς τον ΕΝΦΙΑ (που αποδίδει όσα δίνει το κράτος στους δήμους).

       Για να συνέλθουμε από την κρίση πρέπει να φύγουμε από την πεπατημένη, από όσα κάναμε μέχρι σήμερα. Χρειαζόμαστε άλλο αφήγημα. Σκεφτείτε τις αντιδράσεις αν, αντί για φανταχτερά πουκάμισα, κόκκινες ρίγες και δημιουργικά αμφίσημες προτάσεις, παρουσιάζαμε ένα πρόγραμμα σαν αυτό που σας περιέγραψα.