Αθήνα, 04/06/2015
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ
Κλείνουμε τις αναδημοσιεύσεις αυτής της εβδομάδας με δύο άρθρα από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ του Σαββατοκύριακου 30-31/05/2015, το ένα του Ν. Κωνσταντάρα με τίτλο « Μία χώρα στο απόγειο του παραλόγου » και το άλλο του Π. Μανδραβέλη με τίτλο « Παλιές ιστορίες καταστροφών », τα οποία αναδεικνύουν την σύγχυση και τον παραλογισμό μέσα στα οποία ζει η πλειοψηφία του λαού μας και που μπορούν να οδηγήσουν σε τραγικά αποτελέσματα για τη χώρα μας και όλους εμάς που ζούμε μέσα σε αυτήν. Χρειάζεται από όλους σοβαρότητα, λογική και καθαρό μυαλό, κυρίως από αυτούς που κυβερνάνε σήμερα, διαφορετικά ο Θεός ας βάλει το χέρι του.
Μία χώρα στο απόγειο του παραλόγου – Ν. Κωνσταντάρα
Ισως και αυτή την εβδομάδα η κυβέρνηση να αναγκαστεί να δεχθεί μια συμφωνία που θα διχάσει το κυβερνών κόμμα ή θα συνεχίσει να στέκεται ακίνητη σαν λαγός υπνωτισμένος από τα φώτα του φορτηγού. Και στις δύο περιπτώσεις η χώρα θα πάψει να αιωρείται, μετέωρη και παράλυτη, και θα πρέπει να αναμετρηθεί με την πραγματικότητα, με την ανάγκη να κρατήσουμε όσα μπορούμε, με λιγότερα χρήματα. Ολο τον τελευταίο καιρό –πριν από τις εκλογές, αλλά κυρίως μετά– η Ελλάδα γλίστρησε μέσα σε έναν ανύπαρκτο κόσμο, όπου όλα διαστρεβλώνονται, όπου λέξεις δεν συνδέονται με πράξεις, όπου η απραξία προβάλλεται ως δράση και αποφασιστικότητα. Οι τελευταίοι τρεις μήνες ξεχωρίζουν ― είναι το διάστημα στο οποίο δόθηκε σε όλα τα παραμύθια της Μεταπολίτευσης η ελευθερία να εκτυλιχθούν χωρίς φραγμό, και έτσι να δείξουν πού μας οδηγούν.
Στη λογική, η αδυναμία ενός εσφαλμένου επιχειρήματος μπορεί να αποδειχθεί όταν αυτό αναπτύσσεται σε υπερβολικό βαθμό, ώστε να φαίνεται παράλογο. Σήμερα γινόμαστε μάρτυρες της στιγμής που η φούσκα των ψευδαισθήσεων και διαστρεβλώσεων της δημόσιας ζωής και της οικονομίας είναι πλέον τόσο μεγάλη που ή θα σπάσει ή θα προλάβει να ξεφουσκώσει σταδιακά. Δεν είναι σύμπτωση ότι στο τιμόνι της χώρας βρίσκεται ένα κόμμα το οποίο έδειχνε ότι θα εκπροσωπούσε το 4% περίπου των ψηφοφόρων αλλά ξαφνικά βρέθηκε πάνω σε έναν χείμαρρο που εξέφραζε την ανάγκη πολλών ψηφοφόρων να διατηρήσουν τα παραμύθια με τα οποία ζούσαν για τόσα χρόνια. Μια συλλογική άρνηση της πραγματικότητας έφερε τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, και, την ίδια ώρα, τον εμποδίζει να διαχειριστεί την κατάσταση. Και να ήθελε να αλλάξει τώρα, το κυβερνών κόμμα αδυνατεί ― ούτε ανέπτυξε κάτι άλλο για να προσφέρει στους ψηφοφόρους αλλά ούτε τα ίδια τα στελέχη του μοιάζουν να θέλουν να διαχειριστούν τη μιζέρια της αλήθειας. Γι’ αυτό έχουν έτοιμες δικαιολογίες και καταγγελίες, γι’ αυτό κυβερνητικά στελέχη εκτοξεύουν δηλητήριο με τόση ευκολία εναντίον όσων πιστεύουν ότι δεν συμφωνούν μαζί τους. Οι ευγενικοί διανοούμενοι του περιθωρίου ξαφνικά αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να χρεωθούν τη χρεοκοπία ή να αναγκαστούν να αθετήσουν τις υποσχέσεις τους και γίνονται αγνώριστοι. Ως ξόρκι, επαναλαμβάνουν τις υποσχέσεις τους, καταγγέλλουν τους άλλους, εφαρμόζουν την πολιτική τους σαν να μην υπάρχουν δανειστές ή όρια και περιμένουν κάτι να συμβεί που θα τους βγάλει από τη δύσκολη θέση.
Στο υπουργείο Παιδείας, παρότι διαφωνούν μεταξύ τους σε αρκετά σημεία, ο υπουργός και ο αναπληρωτής του δείχνουν να απολαμβάνουν με επαναστατικό ζήλο το έργο τους ― χωρίς να ταλαιπωρούνται από τη σκέψη ότι η επιβολή αποτυχημένων πρακτικών και η απομόνωση των παιδιών μας από την Ευρώπη είναι ολέθρια οπισθοδρόμηση. Κυβερνητικά στελέχη επαναπροσλαμβάνουν δημοσίους υπάλληλους και μάχονται υπέρ της συνέχισης των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων σαν η υπόθεση να αφορά μόνο ποιοι είναι οι καλοί (που προσλαμβάνουν, που στηρίζουν όσους θέλουν να συνταξιοδοτούνται νέοι) και ποιοι είναι κακοί ― όσοι επιμένουν ότι χωρίς μεταρρυθμίσεις τα χρήματα δεν φθάνουν για να έχουν όλοι όσα χρειάζονται. Οταν κορυφαία κυβερνητικά στελέχη δηλώνουν ότι μισθοί και συντάξεις θα πληρωθούν και ας μην πληρωθεί η επόμενη δόση στο ΔΝΤ, προσποιούνται ότι αυτό δεν θα σημαίνει ότι τον επόμενο μήνα δεν θα πληρωθούν όχι μόνο το ΔΝΤ οι αλλά και οι μισθοί και συντάξεις. Και εδώ, η άρνηση της πραγματικότητας παρουσιάζεται ως θέση αξιοπρέπειας και όχι ως ζαριά απελπισίας, τη στιγμή που η απραξία τορπιλίζει την οικονομία και, στο τέλος, τα εισοδήματα όλων.
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ κέρδισε τις εκλογές λόγω των αποτυχιών των προηγούμενων κυβερνήσεων και του προγράμματος της τρόικας. Εδωσε ελπίδα σε όσους πίστευαν ότι δεν είχαν να χάσουν τίποτα και σε όσους φοβόνταν ότι θα έχαναν ακόμη περισσότερα από τα προνόμιά τους. Τα συμφέροντα αυτών των δύο ομάδων βρίσκονται σε σύγκρουση. Εάν ο Αλέξης Τσίπρας ήθελε πράγματι να είναι χρήσιμος για τον λαό, θα είχε ξεκαθαρίσει πολύ νωρίς τι μπορεί να πετύχει και τι όχι, θα υποχρέωνε τα απαράτσικ και τους ουτοπιστές να επιλέξουν εάν είναι με τους λίγους δικούς τους ή με τους πολλούς. Ολοι συνεχίζουν όπως πριν, σαν οι θέσεις που παλιά είχαν την εμπιστοσύνη του 4% να είναι πιο πολύτιμες από την επιβίωση του συνόλου. Και αντί να βλέπουν ότι οι απόλυτες θέσεις τους διευρύνουν το χάσμα με τους δανειστές, επιμένουν ότι η συμφωνία είναι κοντά, υπονοώντας ότι εάν δεν επιτευχθεί, φταίνε αποκλειστικά «οι άλλοι». Και αυτή η πρακτική, τραβηγμένη στα άκρα, υπό τη δοκιμασία της πραγματικότητας, αποδεικνύει το πόσο άτοπη και άχρηστη είναι.
Παλιές ιστορίες καταστροφών - Π. Μανδραβέλη
Το βιβλίο του Ολλανδού δημοσιογράφου Χέιρτ Μακ «Τι γίνεται αν η Ευρώπη διαλυθεί;» (εκδ. Μεταίχμιο) ξεκινά με δύο ιστορίες, πολύ διδακτικές για τη σημερινή κατάσταση της Ελλάδας. «Ηταν χειμώνας του 1999», γράφει. «Η πρώην Γιουγκοσλαβία είχε διασπαστεί και βρισκόταν σε πλήρη σύγχυση. Το Νόβι Σαντ, μια ευχάριστη πόλη στις όχθες του Δούναβη, είχε βομβαρδιστεί επανειλημμένως από τους συμμάχους, οι γέφυρες κρέμονταν λυγισμένες και σπασμένες στο ποτάμι. Οι κάτοικοι της πόλης στέκονταν στις χιονισμένες όχθες αποσβολωμένοι, από τον πόλεμο, από τον κατεστραμμένο κόσμο τους, από το αδιανόητο κακό που προξένησαν στον εαυτό τους. Εγώ πήγα εκεί να επισκεφθώ τον γέρο Αλεξάντερ Τίσμα, ένα από τους μεγαλύτερους Γιουγκοσλάβους συγγραφείς... Οταν τον ρώτησα πώς αισθανόταν σε τούτη τη χαμένη χώρα, μου διηγήθηκε μια ιστορία για τον σκύλο του, τον Τζάκι. Μια χειμωνιάτικη μέρα το ζώο το είχε σκάσει, κοντά στον Δούναβη, και με κάποιον τρόπο βρέθηκε σε ένα κομμάτι πάγου που έπλεε στο νερό... Εκείνος έτρεξε στο σημείο, φώναξε ξανά και ξανά τον σκύλο με το όνομά του, αλλά το ζώο έμενε καρφωμένο στο κομμάτι πάγου, σαν μαρμαρωμένο... “Αυτό έχουμε πάθει κι εμείς τώρα”, είπε ο Τίσμα. “Καθόμαστε μαρμαρωμένοι πάνω σε ένα κομμάτι πάγου, δεν ξέρουμε τι να κάνουμε και στο μεταξύ μάς παρασέρνει το ρεύμα”».
Κάπως έτσι είναι και η Ελλάδα σήμερα. Τα σύννεφα της χρεοκοπίας έχουν μαζευτεί βαριά στον ουρανό ενώ οι πρώτες σταγόνες της καταιγίδας πέφτουν: «Με έγγραφο ο γ.γ. του υπουργείου Παιδείας κ. Δημήτρης Χασάπης ανακοινώνει ότι “το υπουργείο αδυνατεί να καλύψει δαπάνες μετάβασης ή συμμετοχής σε Διεθνείς ή Βαλκανικές Ολυμπιάδες” Μαθηματικών, Πληροφορικής, Ρομποτικής κ.λπ. λόγω περικοπών, συνεπεία της δημοσιονομικής συγκυρίας» (Καθημερινή 27.5.2015). «Με μία “εξαιρετικώς επείγουσα” απόφαση, που δημοσιεύθηκε το απόγευμα της Τρίτης στη Δι@υγεια, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών κ. Δημήτρης Μάρδας μεταφέρει στον κρατικό προϋπολογισμό τα υπόλοιπα 1.193 λογαριασμών που διατηρούν φορείς του Δημοσίου στις εμπορικές τράπεζες και οι οποίοι είτε δεν έχουν καμία κίνηση εδώ και πέντε χρόνια είτε περιέχουν ποσά μικρότερα των 100 ευρώ» (Βήμα 26.5.2015).
Η χώρα χρεοκοπεί και στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ (που, όπως φαίνεται, θα έχει αποφασιστικό λόγο αν η χώρα ζήσει την ανείπωτη καταστροφή) οι σύντροφοι παίζουν τις αριστερές κουμπάρες. Δεν είναι η πρώτη φορά. Ο Χέιρτ Μακ, ψάχνοντας τα αρχεία των εφημερίδων για την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, έζησε «μια εμπειρία που με άφησε άναυδο• και σ’ αυτή την καλοκαιρινή Βιέννη του 1914 όλα συνέχιζαν κανονικά για αρκετές εβδομάδες. Στα πρωτοσέλιδα κυριαρχούσε το ερώτημα ποιος είχε προσκληθεί στην κηδεία του δολοφονηθέντος διαδόχου και της γυναίκας του, στο χρηματιστήριο άρχισε να επικρατεί μια ράθυμη καλοκαιρινή διάθεση, μονάρχες και σημαντικοί πολιτικοί έφυγαν για διακοπές... Η Βιέννη του τότε ήταν ένας κόσμος βεβαιοτήτων, έγραφε ο Στέφαν Τσβάιχ στα απομνημονεύματά του, ένας κόσμος που έμοιαζε να συνεχίζει επ’ άπειρον και εντούτοις όλα ξαφνικά τέλειωσαν, για πάντα, “μια τραγική συνέπεια μιας εσωτερικής δυναμικής που είχε συσσωρευτεί επί σαράντα χρόνια”».
Και η βαθιά εμποτισμένη από τον αριστεροντυμένο παραλογισμό Ελλάδα σήμερα είναι μπροστά σε ένα τέλος ως «τραγική συνέπεια μιας εσωτερικής δυναμικής που συσσωρεύτηκε επί σαράντα χρόνια». Η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ είναι σύμπτωμα αυτής της δυναμικής που τροφοδοτείται και τροφοδοτεί τον παραλογισμό ότι «ένας άλλος κόσμος -χωρίς αριστεία, αλλά με πολύ κράτος και περισσότερες συντάξεις στα 50- είναι εφικτός». Αυτός ο παραλογισμός κρατά τη χώρα μαρμαρωμένη, ενώ την παρασέρνει το ρεύμα της χρεοκοπίας.